alt

Μουσικοπαιδαγωγικά, τ. 7 (2009)

Περιεχόμενα

Σημείωμα διευθυντή σύνταξης

Aθηνά Kτενιαδάκη: Το μάθημα της Μουσικής στην Ελληνική Γενική Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση: Στάσεις και απόψεις καθηγητών Μουσικής

Σκοπός της παρούσας ποσοτικής έρευνας ήταν η διερεύνηση των απόψεων, του επαγγελματικού προφίλ, των διδακτικών προσεγγίσεων και των συνθηκών κάτω από τις οποίες διεξάγεται το έργο των καθηγητών Μουσικής στη Γενική Β/θμια Εκπαίδευση στην Ελλάδα. Η πρωτοτυπία της μελέτης συνίσταται στο γεγονός ότι δεν έχει πραγματοποιηθεί άλλη παρόμοια έρευνα τέτοιου περιεχομένου και εμβέλειας σχετικά με τη διδασκαλία του μαθήματος της Μουσικής στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση στη χώρα μας. Το τελικό δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 163 καθηγητές Μουσικής της Γενικής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης από 26 νομούς της χώρας μας, οι οποίοι κλήθηκαν να απαντήσουν ανώνυμα σε σχετικό ερωτηματολόγιο που τους στάλθηκε. Η παρούσα έρευνα πραγματοποιήθηκε την Άνοιξη του 2007 στα πλαίσια της εκπόνησης διπλωματικής μεταπτυχιακής εργασίας στον τομέα Παιδαγωγικής του τμήματος Φιλοσοφίας & Παιδαγωγικής της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ. (σ.σ. 5 - 33)

 

Μαρίνα Σωτηροπούλου - Ζορμπαλά: Παιδαγωγικά και αισθητικά κριτήρια για την επιλογή και επεξεργασία τραγουδιών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση: Τραγούδια για «χρώματα»

Με ποια κριτήρια ένας εκπαιδευτικός, εξειδικευμένος ή μη, επιλέγει τα ερεθίσματα, στα οποία θα βασιστεί για να ασκήσει Αισθητική και συγκεκριμένα Μουσική Αγωγή στους μαθητές του; Ποια τραγούδια επιλέγει να διδάξει; Επίσης, πώς επεξεργάζεται διδακτικά τις μουσικές επιλογές του; Σε αυτή την εργασία, επιχειρείται η διατύπωση των κριτηρίων ενός πιθανού σκεπτικού, που μπορούν να υιοθετήσουν οι εκπαιδευτικοί της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, για την παιδαγωγική αξιολόγηση των τραγουδιών. Θεωρώντας ότι τα αυστηρά μουσικολογικά κριτήρια είναι αναγκαία αλλά όχι ικανά, προβάλλεται η ανάγκη να συμπληρωθούν από παιδαγωγικά και αισθητικά, τα οποία, μάλιστα φαίνεται ότι παραμελούνται συστηματικά. Μέσα από παραδείγματα, αναλύονται τρόποι επιλογής και διαχείρισης των τραγουδιών στην πρωτοβάθμια τάξη. Αρχικά, δίνονται στοιχεία από τη σύγχρονη έρευνα της αισθητικής αγωγής, σύμφωνα με τα οποία ο εκπαιδευτικός πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, εξειδικευμένος και μη, παρωθείται να θεωρήσει το τραγούδι ως ένα πεδίο για να αντιληφθούν τα παιδιά τα θέματα που διδάσκονται. Στη συνέχεια, παρέχονται επιχειρήματα και μοντέλα δραστηριοτήτων, που οδηγούν τον εκπαιδευτικό να προσφύγει στους διάφορους άξονες της αισθητικής θεωρίας, αναζητώντας φίλτρα επιλογής και τρόπους επεξεργασίας των τραγουδιών, στα οποία θα επιτρέψει να περάσουν το ιερό κατώφλι της σχολικής αίθουσας. Ο τελικός σκοπός είναι να αναδειχθεί ένα γεγονός που ακούγεται αυτονόητο, αλλά προδίδεται καθημερινά στη σχολική πρακτική: πόσο νευραλγικός μπορεί να είναι ο ρόλος της αισθητικής έρευνας και θεωρίας στην εφαρμογή της αισθητικής αγωγής. (σ.σ. 34 - 52)

 

Mαίη Kοκκίδου & Ξανθούλα ΠαπαπαναγιώτουΚριτική σκέψη και μουσική εκπαίδευση

Τα τελευταία χρόνια, οι ερευνητές των Επιστημών της Αγωγής και της Εκπαίδευσης έχουν αναδείξει τη σπουδαιότητα της κριτικής σκέψης στην ανάπτυξη ανώτερων νοητικών λειτουργιών και στη διαμόρφωση μαθησιακών συμπεριφορών. Ως εκ τούτου, τα νεότερα προγράμματα σπουδών εστιάζουν στην προαγωγή δραστηριοτήτων που συμβάλλουν στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης. Η κριτική σκέψη διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο πεδίο της καλλιτεχνικής/ αισθητικής αγωγής και φυσικά στο πεδίο της μουσικής αγωγής. Οι δεξιότητες κριτικής σκέψης συνδέονται άμεσα με τη δημιουργικότητα και με τη διάθεση εξερεύνησης, στοιχεία που διέπουν όλες τις καλλιτεχνικές διαδικασίες. Επιπλέον, οι δεξιότητες κριτικής σκέψης, όπως προάγονται στο γνωστικό πεδίο της Μουσικής Εκπαίδευσης, συστήνουν ένα πλαίσιο προσέγγισης της νέας γνώσης που μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε άλλα μαθήματα. Στο παρόν άρθρο συζητούμε τους ορισμούς της κριτικής σκέψης, εστιάζουμε στο ρόλο της κριτικής σκέψης στις διαδικασίες διδασκαλίας-μάθησης και ειδικότερα στο πλαίσιο της μουσικής διδασκαλίας-μάθησης και αναδεικνύουμε τις στρατηγικές που μπορούν να υιοθετηθούν και να υλοποιηθούν σε ποικίλα πεδία της μουσικής διδασκαλίας-μάθησης αναφορικά με την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης στους μαθητές. (σ.σ. 53 - 72)


Ελένη Τσακιρίδου & Μαίη ΚοκκίδουΗ διερεύνηση της σχέσης των σπουδών μουσικής με την ανάπτυξη της αυτοαντίληψης και της αυτοεκτίμησης σε παιδιά σχολικής ηλικίας 

Η μουσική είναι μία δραστηριότητα στην οποία οι άνθρωποι εμπλέκονται ενεργητικά, αλλά και ασυνείδητα, σωματικά, συναισθηματικά και διανοητικά, ένας ιδιαίτερος τρόπος για να γνωρίσουμε τον εαυτό μας, το περιβάλλον μας, να αλληλεπιδράσουμε κοινωνικά, και να δράσουμε δημιουργικά. Αρκετοί ερευνητές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι όσοι εμπλέκονται συνειδητά και συστηματικά με τη μουσική πιστοποιούν ότι οι λόγοι που τους ωθούν προς αυτή την επιλογή είναι ότι αισθάνονται συναισθηματική πληρότητα, είναι πεπεισμένοι ότι μέσα από τις μουσικές εμπειρίες γνωρίζουν σε βάθος τον εαυτό τους και απολαμβάνουν την αίσθηση της αυτοεκτίμησης. Σε αυτό το πλαίσιο, σχεδιάστηκε η παρούσα έρευνα με σκοπό τη διερεύνηση της συσχέτισης των σπουδών μουσικής με την ανάπτυξη της αυτοαντίληψης και της αυτοεκτίμησης σε μαθητές σχολικής ηλικίας. Το δείγμα αποτελείται από 1113 μαθητές της Ε' και της Στ' του Δημοτικού σχολείου και χαρακτηρίζεται από τις μεταβλητές του φύλου (αγόρια και κορίτσια) και της μουσικής εκπαίδευσης (μαθητές που σπουδάζουν μουσική και μαθητές που δεν σπουδάζουν μουσική). Χρησιμοποιήθηκε το σταθμισμένο για την ελληνική πραγματικότητα ερωτηματολόγιο για την αξιολόγηση της αυτοαντίληψης και αυτοεκτίμησης των μαθητών των τελευταίων τάξεων του Δημοτικού σχολείου της Harter (1985). Το συγκεκριμένο ερωτηματολόγιο περιλαμβάνει έξι κλίμακες, πέντε από τις οποίες αποτυπώνουν ισάριθμους επιμέρους τομείς της αυτοαντίληψης και μία η οποία αξιολογεί την αυτοεκτίμηση. Οι επιμέρους τομείς αναφέρονται στη σχολική ικανότητα, στις σχέσεις με τους συνομήλικους, στην αθλητική ικανότητα, στη φυσική εμφάνιση και στη διαγωγή-συμπεριφορά. Η ανάλυση των δεδομένων (Τ-Test και ANOVA) κατέδειξε ότι οι τομείς της αυτοαντίληψης που επηρεάζει η μεταβλητή της μουσικής εκπαίδευσης είναι αυτές της σχολικής ικανότητας, της διαγωγής/συμπεριφοράς και της αυτοεκτίμησης. Τα παιδιά που δεν σπουδάζουν μουσική έχουν καλύτερη εικόνα για την αθλητική τους ικανότητα σε σχέση με τα παιδιά που σπουδάζουν μουσική. Καμία διαφορά δεν παρατηρήθηκε μεταξύ των μαθητών της Ε' και της Στ' του Δημοτικού σχολείου. (σ.σ. 73 - 93)

 

Δήμητρα KόνιαρηΗ οργάνωση του μουσικού κομματιού XXXVII, από το έργο «44 Παιδικά Κομμάτια για Πιάνο πάνω σε Ελληνικούς Σκοπούς» του Γιάννη Κωνσταντινίδη, από ακροατές με ή χωρίς τυπική μουσική εκπαίδευση

Μέσω πειραματικής μεθόδου μελετήθηκε η αντιληπτική οργάνωση ενός μουσικού ερεθίσματος σε μικρότερες ενότητες. Συμμετέχοντες στο πείραμα ήταν ενήλικες με τυπική μουσική εκπαίδευση (μουσικοί) και χωρίς (μη-μουσικοί). Το μουσικό ερέθισμα ήταν το κομμάτι XXXVII από το έργο «44 Παιδικά Κομμάτια για Πιάνο πάνω σε Ελληνικούς Σκοπούς», του Γιάννη Κωνσταντινίδη. Ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες στην έρευνα να τεμαχίσουν το μουσικό έργο σε μικρότερες ενότητες πατώντας, τη στιγμή της ακρόασης, ένα πλήκτρο του υπολογιστή στις χρονικές στιγμές στις οποίες, σύμφωνα με την άποψή τους, τελείωνε μια ενότητα στη μουσική και μια καινούρια ξεκινούσε. Το πειραματικό έργο επαναλήφθηκε άλλες δύο φορές. Τα σημεία κατάτμησης που επέλεξαν οι συμμετέχοντες συγκρίθηκαν με τα σημεία που δηλώνουν τα όρια των μορφολογικών ενοτήτων του μουσικού έργου, σύμφωνα με την ανάλυσή του με την επέκταση των κανόνων οργάνωσης της Γενετικής Θεωρίας της Τονικής Μουσικής (Lerdahl & Jackendoff, 1983) στο μουσικό ιδίωμα του κομματιού (Τσούγκρας, 2003). Παρατηρήθηκε ότι οι ακροατές μουσικοί τείνουν να επιλέγουν σημεία κατάτμησης τα οποία συμπίπτουν με σημεία ορίων της μορφολογικής δομής του έργου, όπως αυτή προκύπτει από την ανάλυσή της με τη ΓΘΤΜ, σε αντίθεση με τους ακροατές μη-μουσικούς, οι οποίοι επιλέγουν σε μεγάλο βαθμό και σημεία κατάτμησης τα οποία δεν ανήκουν σε σημεία-όρια της μορφολογικής δομής του κομματιού. Επίσης, οι μουσικοί είναι πιο σταθεροί από ότι οι μη-μουσικοί στις επιλογές τους των σημείων κατάτμησης στις επαναλαμβανόμενες ακροάσεις του μουσικού ερεθίσματος, ενώ οι μη-μουσικοί τείνουν να αυξάνουν τον αριθμό των επιλογών τους κατάτμησης με την επανάληψη των ακροάσεων. Τέλος, παρατηρήθηκε ότι μπορεί να υπάρξουν και εξαιρέσεις ακροατών στην ομάδα των μη-μουσικών, οι οποίοι να προσεγγίζουν τις γνωστικές στρατηγικές κατάτμησης που ακολουθούν οι μουσικοί. Αυτοί οι ακροατές, αν και δεν έχουν τυπική μουσική εκπαίδευση, διαπιστώθηκε από τα στοιχεία της ημιδομημένης συνέντευξης που ακολούθησε της πειραματικής διαδικασίας ότι διατηρούν μια προσωπική σημαντική σχέση με τη μουσική μέσω της συστηματικής ακρόασης μουσικών έργων. Πιθανολογείται ότι οδηγούνται στο να προσεγγίζουν το μουσικό έργο όπως οι μουσικοί λόγω της άδηλης μάθησης των κανόνων οργάνωσης του μουσικού ιδιώματος στο οποίο εκτίθενται. (σ.σ. 94 - 107)

 

Όλα τα παλαιότερα τεύχη του περιοδικού Μουσικοπαιδαγωγικά διατίθενται και σε έντυπη μορφή από την Ε.Ε.Μ.Ε. Για περισσότερες πληροφορίες επικοινωνήστε μαζί μας στην φόρμα επικοινωνίας