Professor Sue Hallam

 

Professor Sue Hallam

BA MSc PhD LRAM Cert Ed CPsychol, AFBPsS FRSA AcSS

http://www.ioe.ac.uk/staff/CPEN/FFPS_17.html

 

Η επίδραση της ενεργητικής ενασχόλησης με τη μουσική στις διανοητικές δεξιότητες των παιδιών και τις σχολικές τους επιδόσεις

Η παρούσα εισήγηση αντλεί από έρευνες των πεδίων των νευροεπιστημών, της ψυχολογίας, της εκπαίδευσης και της μουσικής προκειμένου να παρουσιάσει τα σύγχρονα ευρήματα αναφορικά με τους τρόπους με τους οποίους η ενεργή ενασχόληση με τη μουσική μπορεί να επιδράσει στις διανοητικές δεξιότητες και επιδόσεις των παιδιών στο σχολείο. Η έρευνα στο πεδίο των νευροεπιστημών έχει περιγράψει τον τρόπο με τον οποίο ο εγκεφαλικός φλοιός αυτο-οργανώνεται όταν αντιδρά σε εξωτερικά ερεθίσματα και σε μαθησιακές δραστηριότητες των ατόμων. Η ενεργή ενασχόληση με τη μουσική έχει σημαντική επίδραση στη δομή και τη λειτουργία του εγκεφάλου. Σύμφωνα με τα ευρήματα σχετικά με την ιδιαίτερη επίδραση της μουσικής στα παιδιά και τους νέους, υπάρχουν σημαντικά και αδιάσειστα στοιχεία ότι η μουσική εκπαίδευση ενισχύει την κωδικοποίηση του ήχου στον εγκέφαλο κατά τη παιδική ηλικία, οδηγώντας έτσι στη βελτίωση ενός μεγάλου φάσματος δεξιοτήτων που σχετίζονται με την ενεργητική ακρόαση και την ακουστική ικανότητα, που με τη σειρά του συμβάλει στην ενίσχυση της λεκτικής μνήμης, των γλωσσικών δεξιοτήτων και των δεξιοτήτων γραμματισμού. Υπάρχουν επίσης αδιάσειστα στοιχεία για την επίδραση της μουσικής ενασχόλησης σε δεξιότητες που σχετίζονται με την αντίληψη του χώρου και με τις μαθηματικές πράξεις. Οι ενισχυμένες γλωσσικές και χωρικές δεξιότητες συμβάλουν επίσης σε υψηλότερα επίπεδα επίδοσης κατά τη μέτρηση της νοημοσύνης. Προκύπτουν επίσης στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η μουσική δημιουργία μπορεί να επηρεάσει τις επιτελεστικές λειτουργίες και την αυτορρύθμιση, κάτι που απαιτείται στις σχολικές εξετάσεις και γενικά στην ακαδημαϊκή επίδοση, όπου οι μουσικοί αποδίδουν καλύτερα από ό,τι θα αναμένονταν με βάση το βαθμό νοημοσύνης τους. Πολλοί μουσικοί εμφανίζουν υψηλότερα επίπεδα ευσυνειδησίας, κάτι που μπορεί επίσης να οφείλεται στην επίδοσή τους σε επίπεδο υψηλότερο από το αναμενόμενο. Η ενίσχυση των προσωπικών προσδοκιών, το οποίο για κάποια παιδιά ίσως να είναι αποτέλεσμα της ενασχόλησής τους με τη μουσική, μπορεί επίσης να είναι σημαντική. Ανάλογα σημαντική μπορεί να είναι η επίδραση της ενασχόλησης με τη μουσική στην αυτοαντίληψη και αυτοπεποίθηση των παιδιών, αν και αυτές εξαρτώνται από τη φύση της ανατροφοδότησης, είτε θετικής είτε αρνητικής.Σε γενικές γραμμές, προκύπτουν στοιχεία που δείχνουν ότι η ενεργητική ενασχόληση με τη μουσική μπορεί να συμβάλλει στην ενδυνάμωση ενός συνόλου μη-μουσικών δεξιοτήτων και να οδηγήσει και σε άλλα ευεργετικά αποτελέσματα. Η διερεύνηση των συνθηκών υπό τις οποίες μπορεί να προκύψουν αυτά τα οφέλη συνεχίζει να απασχολεί την ερευνητική κοινότητα. Μέχρι σήμερα τα ευρήματα δείχνουν ότι τα οφέλη πολλαπλασιάζονται όταν η εκπαίδευση ξεκινά νωρίς (πριν από την ηλικία των επτά ετών) και συνεχίζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα. Σημαντικοί επίσης παράγοντες είναι το είδος της εκπαίδευσης, το όργανο που μαθαίνει κάποιος και η ποιότητα της διδασκαλίας. Οι ομαδικές μουσικές δράσεις πρέπει να βασίζονται στο στοιχείο της αλληλεπίδρασης, να προσφέρουν ευχαρίστηση, και να δίνουν ευκαιρίες για: την ανάπτυξη νέων μουσικών δεξιοτήτων και δεξιοτήτων εκτέλεσης, τη δόμηση πολιτισμικής ταυτότητας, την ανάπτυξη διαπροσωπικών δεσμών και της αλληλεγγύης κατά την επιδίωξη κοινών στόχων, την ανάπτυξη αμοιβαίου σεβασμού, και την αναγνώριση και επιβράβευση της αριστείας. Η θετική ανατροφοδότηση από τους άλλους για τις μουσικές δραστηριότητες ενός μαθητή, ιδίως αναφορικά με την εκτέλεση, είναι ζωτικής σημασίας για την ενίσχυση της αυτοεκτίμησης ανεξάρτητα από την ηλικία των μαθητών. Η επίδραση ενισχύεται εάν η εκτέλεση πραγματοποιείται σε πολιτιστικούς χώρους υψηλού κύρους. 

H Susan Hallam (MBE) είναι Ομότιμη Καθηγήτρια στα τμήματα της Παιδαγωγικής και της Ψυχολογίας της Μουσικής του Ινστιτούτου Εκπαίδευσης (ΙΟΕ) στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου (UCL).  Έχει λάβει χρηματοδοτήσεις από ένα ευρύ φάσμα φορέων για ερευνητικά πρότζεκτς σχετικά με την τακτική παρακολούθηση του σχολείου από τους μαθητές, το σχολικό αποκλεισμό, τη βελτίωση της συμπεριφοράς, τις σχέσεις σπιτιού και σχολείου, την ομαδοποίηση με βάση την ικανότητα, την αξιολόγηση διαφόρων εκπαιδευτικών πρωτοβουλιών, τη σχολική εργασία στο σπίτι, την εκμάθηση μουσικής και τις επιδράσεις της μουσικής στη συμπεριφορά και τις σπουδές. Έχει γράψει και επιμεληθεί πολλά βιβλία που αφορούν την εκπαίδευση και τη μουσική ψυχολογία, συμπεριλαμβανομένων και των Here Today, Here Tomorrow: Helping Schools to Promote Attendance (1995) (με τον Roaf, C.), Improving School Attendance (1996), Ability Grouping in Education (2001) (με τον Ireson, J.), Ability Grouping in Schools: A Literature Review (2002), Effective Pupil Grouping in the Primary School- A Practical Guide (2002) (με τους Ireson, J. & τον Davies, J.), Homework: the evidence (2004), and Improving behaviour and attendance at school (2008) (με τον Rogers, L.), καθώς και 200 περίπου δημοσιεύσεις.

Μετάφραση: Ρεγγίνα Σαλτάρη, Υπ. Διδάκτορας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο

 

Kokkidou S

 

Δρ. Μαίη Κοκκίδου  

Μουσικοπαιδαγωγός-ερευνήτρια, διδάσκουσα στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας

 

 

Μουσικοί Γραμματισμοί στον Απόηχο του Μεταμοντερνισμού: από την άγνοια στη συνείδηση

Σήμερα ζούμε στην εποχή του μεταμοντερνισμού, σε αυτή που αναφέρεται ως εποχή ανιστορικότητας και αποδοχής της αυταπάτης. Ο μεταμοντέρνος λόγος έχει χαρακτηρισθεί, λιγότερο ή περισσότερο, ως πλουραλιστικός, πολιτικοποιημένος αλλά και μη-πολιτικοποιημένος, λαϊκίστικος, αντιδραστικός, πρωτοποριακός και προοδευτικός. Ο μεταμοντερνισμός χαρακτηρίζεται από συνεχή ροή πληροφοριών, από την τεράστια ανάπτυξη των ηλεκτρονικών μέσων μαζικής επικοινωνίας, από παροδικότητα και απροσδιοριστία, από φρενιτιώδεις ταχύτητες στις κοινωνικές αλλαγές και στην ποιότητα των κοινωνικών σχέσεων, από την οικονομία του καταναλωτισμού, από την κυριαρχία της εικόνας. Ο μεταμοντερνισμός στιγματίσθηκε ως «απολίτικος». Αυτό όμως είναι και η αλήθεια του. Η αδυναμία για οράματα διαπνέει όλη την κοινωνία και αποτελεί «σημείο των καιρών». Στο πεδίο της τέχνης, ο μεταμοντερνισμός χαρακτηρίζεται, μεταξύ άλλων, από τον εκλεκτικισμό και την παρωδία. Ενθαρρύνει το διάλογο ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, αμφισβητεί την ιδέα του αυθεντικού και επιστρέφει σε παλαιότερες καλλιτεχνικές μορφές και μεθόδους, έστω και αν αυτό γίνεται με ειρωνικό τρόπο. Ένα από τα πλέον εξέχοντα χαρακτηριστικά του είναι η κατάλυση των ορίων μεταξύ υψηλής και χαμηλής τέχνης.

Στην ομιλία μου, θα επικεντρωθώ σε πτυχές του μεταμοντερνισμού και θα τις αναπτύξω αναφορικά με τις φιλοσοφίες, τις πολιτικές και τη ζώσα πραγματικότητα της μουσικής εκπαίδευσης. Καθώς τα ζητήματα και τα ερωτήματα που εγείρονται είναι πολλά και πολυσύνθετα, επέλεξα να αναφερθώ σε αυτά που θεωρώ ότι είναι τα πιο σημαντικά για τη μουσική εκπαίδευση. Συγκεκριμένα, θα προσεγγίσω την ανατροπή του συμβατικού δίπολου υψηλό-χαμηλό μέσα από το παράδειγμα της κλασικής μουσικής στη μουσική εκπαίδευση. Θα αναφερθώ στα ηλεκτρονικά μέσα μαζικής επικοινωνίας μέσα από τις διαστάσεις του ψηφιακού μουσικού γραμματισμού. Θα συζητήσω την κυριαρχία της εικόνας μέσα από την πρόταση για τον πολυτροπικό μουσικό γραμματισμό. Θα εστιάσω στις νέες ορίζουσες στην επικοινωνία, μέσα στα περιβάλλοντα συνεχούς ροής πληροφοριών, υπό το πρίσμα της κριτικής θεωρίας. Τέλος, θα θέσω τον προβληματισμό μου για το παρόν και το μέλλον της μουσικής εκπαίδευσης μέσα από ερωτήματα, όπως: ποια είναι η σχέση της μουσικής εκπαίδευσης με την κοινωνία και τον πολιτισμό γενικότερα; ποιες μουσικές εμπειρίες έχουν νόημα για τη μαθητική αλλά και για την ενήλικη ζωή; πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τους μαθητές μας να «ζήσουν μουσικά»; υπάρχουν κοινά σημεία μεταξύ των μουσικών εμπειριών στο σχολείο και έξω από το σχολείο; χρειάζεται να στοχαστούμε εκ νέου για την «καλή» και την «κακή» μουσική; πρέπει να αναθεωρήσουμε τα μουσικά και παιδαγωγικά κριτήρια για τη διδασκαλία-μάθηση της μουσικής;

Παρά τις μεγάλες πολιτισμικές αλλαγές των τελευταίων χρόνων, το μάθημα της μουσικής παραμένει, σε μεγάλο βαθμό, στάσιμο. Μέσα από τη συζήτηση, ευελπιστώ ότι θα κάνουμε ένα βήμα για να κατανοήσουμε τους λόγους για αυτή την αδράνεια καθώς τις δυνάμεις που αντιτίθενται στην αλλαγή. Πεποίθησή μου είναι ότι το μάθημα της μουσικής έχει ανάγκη από έναν πραγματισμό εντός του οποίου θα προσδιορίζονται οι βασικές πολιτισμικές του αξίες, πάντα μέσω του διαλόγου.

 

H Μαίη Κοκκίδου (MEd, PhD) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Έχει υπηρετήσει ως μουσικός και νηπιαγωγός στην Α/θμια Εκπαίδευση και έχει διδάξει ως ειδική επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας (Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης, Τμήμα Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών). Σήμερα διδάσκει στα Μεταπτυχιακά Προγράμματα Σπουδών «Σημειωτική και Επικοινωνία» (Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας), «Διδακτική της Μουσικής» (ΜΕΤ, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας) και «Μουσική Παιδαγωγική» (Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου). Εκπονεί παράλληλα μεταδιδακτορική έρευνα στο αντικείμενο «Μουσικός Γραμματισμός και Οικογένεια». Άρθρα της έχουν δημοσιευτεί σε πολλά επιστημονικά διεθνή περιοδικά. Έχει συμμετάσχει με προφορικές ανακοινώσεις σε πολλά παγκόσμια και πανελλήνια συνέδρια. Είναι συγγραφέας πολλών βιβλίων, μεταξύ των οποίων: Το Σχολείο-Εργαστήρι Τέχνης και Δημιουργίας (με την «Ελάτε να Παίξουμε»), Τέχνη και Διαθεματικές Εφαρμογές (επιμέλεια), European Music Curricula: Philosophical Orientations, Trends, and Comparative Validation, Η Εμψύχωση στη Διδασκαλία-Μάθηση και Διδακτική της Μουσικής (εκδ. Fagotto). Διετέλεσε πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για τη Μουσική Εκπαίδευση (2007-2012). Τα ακαδημαϊκά και ερευνητικά της ενδιαφέροντα αφορούν στην Ολιστική Αισθητική Αγωγή, στη Μουσική Σημειωτική, στα ΠΣ Καλλιτεχνικής Εκπαίδευσης και στη Φιλοσοφία της Μουσικής Εκπαίδευσης. Κομβικό αντικείμενο στην πρόσφατη ερευνητική της δραστηριοποίηση είναι η Κατανόηση και Ερμηνεία Πολυτροπικών Κειμένων.