«Μεταξύ και ανάμεσα». Πλοήγηση σε αντικρουόμενες μουσικοπαιδαγωγικές αξίες σε ταραγμένους καιρούς
Estelle R. Jorgensen
Οι εκπαιδευτικοί μουσικής είναι εγκλωβισμένοι ανάμεσα στο καλό και το κακό και, με την αριστοτελική έννοια, ανάμεσα στην υπερβολή και την έλλειψη σε σχέση με μια αρετή. Κινούνται ανάμεσα στον εννοιολογικό κόσμο των ιδεών και των ιδανικών και στον κόσμο των φαινομένων, έναν κόσμο όπου αυτές οι αξίες μπορεί να αποτελούν πραγματικότητα, αλλά μπορεί και να μην υπάρχουν καν. Η δυσχερής θέση στην οποία βρίσκονται επιδεινώνεται από το ευρύτερο πλαίσιο μιας εποχής ταραγμένης, όπου το να βρει κανείς πώς θα συνεχίσει είναι πιο δύσκολο από ποτέ. Προκειμένου να αναδείξω τη σημασία αυτών των μουσικών και ηθικών διλημμάτων, στην ομιλία μου θα εστιάσω σε δύο αντιθετικές αξίες, στην ένταξη και στον αποκλεισμό. Θα σκιαγραφήσω πέντε αρχές που μπορούν να καθοδηγήσουν τους εκπαιδευτικούς μουσικής στο να διαπραγματευτούν την ορθή μέση οδό μεταξύ αντικρουόμενων αξιών κατά την αναζήτηση μιας μουσικής εκπαίδευσης που να ωφελεί την ανθρωπότητα σε όλες τις διαφορετικές της εκφάνσεις.
Η Estelle R. Jorgensen είναι ομότιμη καθηγήτρια Μουσικής (Μουσική Εκπαίδευση) στη Σχολή Μουσικής Jacobs του Πανεπιστημίου της Ιντιάνα, στις Η.Π.Α. και επιστημονική επιμελήτρια του επιστημονικού περιοδικού Philosophy of Music Education Review. Ως ιδρυτική συνεπικεφαλής της International Society for the Philosophy of Music Education, έχει επιμεληθεί τον συλλογικό τόμο με τίτλο: Philosopher-Teacher-Musician: Contemporary Perspectives on Music Education, και, σε συνεργασία με την Iris Yob, τον συλλογικό τόμο: Humane Music Education for the Common Good. Επίσης είναι συγγραφέας των βιβλίων In Search of Music Education, Transforming Music Education, The Art of Teaching Music, Pictures of Music Education, Values and Music Education, και πολυάριθμων άρθρων σε διεθνή μουσικά εκπαιδευτικά περιοδικά. Είναι επίτιμη διδάκτωρ δύο διπλωμάτων στη μουσική και έχει βραβευθεί με το Βραβείο Ανώτερου Ερευνητή 2020 από την Εθνική Ένωση για τη Μουσική Εκπαίδευση (NAfME), των Ηνωμένων Πολιτειών.
|
Διδάσκοντας στον καιρό της πανδημίας
Randall Everett Allsup
Λέξεις κλειδιά: φάκελος μαθητή, συναρμογή, παρατήρηση, μάθηση ανοιχτού τύπου
Ο Randall Everett Allsup είναι Καθηγητής Μουσικής Εκπαίδευσης στο Teachers College Columbia University (Νέα Υόρκη, Η.Π.Α.), επικεφαλής της επιτροπής για την Έρευνα στη Μουσική και τη Μουσική Εκπαίδευση (Φθινόπωρο 2021) και επιστημονικός επιμελητής της σειράς επιστημονικών βιβλίων “Counterpoints: Music and Education” (Indiana University Press). Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα κινούνται στον χώρο της φιλοσοφίας της μουσικής εκπαίδευσης, της δημιουργικότητας στην τάξη και τη δημοκρατική εκπαίδευση, και μελετά θέματα κοινωνικής δικαιοσύνης και ισότητας στη μουσική εκπαίδευση. Είναι συγγραφέας του βιβλίου: Remixing the Classroom: Toward an Open Philosophy of Music Education (2016, Bloomington: Indiana, IN: Indiana University Press). |
Να ‘μαστε πάλι εδώ
Thomas A. Regelski
Η μουσική πράξη αποτελεί κομμάτι της ζωής μας από τις πρώτες στιγμές της ανθρωπότητας. Από τότε, αμέτρητοι στοχαστές έχουν μιλήσει για την αξία και την ουσία της, και οι φιλόσοφοι της μουσικής έχουν εντάξει τις σχετικές τους θεωρίες στα μεγάλα φιλοσοφικά τους συστήματα. Είναι εντυπωσιακό ότι αν και ο εμπειρισμός του Αριστοτέλη είναι αυτός που οδήγησε τελικά στη συγκρότηση των επιστημών, οι πρώιμες φιλοσοφίες της μουσικής ανέπτυξαν με επιμονή τις βασικές αρχές της ορθόδοξης αισθητικής με τρόπο που τελικά τις απομάκρυνε σε μεγάλο βαθμό από αυτό που θα αποκαλούσαμε σήμερα κοινωνικές επιστήμες και από τα επιχειρήματα που αυτές παρέχουν ενάντια στις εικασίες της αισθητικής. Αυτή η τάση είναι ακόμη και σήμερα ιδιαίτερα ορατή στους κύκλους των εκπαιδευτικών μουσικής, οι οποίοι στην προσπάθειά τους να συλλάβουν λογικά την ύπαρξη και τη μελέτη της μουσικής, οδηγήθηκαν στο να αξιώνουν για τους ίδιους την ιδιότητα του «φιλοσόφου» και να θεωρούν τις προσπάθειές τους «φιλοσοφία». Με τόσους πολλούς φιλόσοφους θα περίμενε κανείς ότι υπάρχει πλέον μεγαλύτερη σαφήνεια για αυτά τα σημαντικά ζητήματα και ερωτήματα. Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Στην εισήγησή μου θα επιχειρήσω μια παρουσίαση της ιστορίας αυτών των προσπαθειών και των αποτυχιών τους και θα προτείνω «νεοπραγματιστικά» συμπεράσματα εμπλουτισμένα από τα συμπεράσματα της «φαινομενολογικής κοινωνιολογίας». Για αυτό, τελευταία έπαψα να αναφέρομαι στα ευρήματά μου ως «πραξιακά» (praxial) και υιοθέτησα τον όρο «πρακτιακά» (pra-xi-cal), ως αντήχηση και προς την έννοια «πρακτικός» (practical). Προτείνω ότι η σύγχρονη σκέψη για τη μουσική στην εκπαίδευση, απελευθερωμένη από τις αναλυτικές αισθητικές θεωρίες για τη μουσική και τη μουσική εκπαίδευση, θα πρέπει να επιστρέψει στις «πρακτι(α)κές» απαρχές της.
Ο Thomas A Regelski είναι ομότιμος καθηγητής μουσικής του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης (Fredonia) όπου δίδαξε διεύθυνση χορωδίας, διδακτική της μουσικής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και αρχές της μουσικής εκπαίδευσης (1970-2001). Από το 2001 μέχρι σήμερα διδάσκει μαθήματα επιστημονικής γραφής στο Πανεπιστήμιο του Ελσίνκι. Δίδαξε επίσης μουσική σε δημόσια σχολεία του Bemus Point και του Middletown της Νέας Υόρκης, στο Πανεπιστήμιο Aichi στη Ναγκόγια της Ιαπωνίας (1985), στην Ακαδημία Sibelius στο Ελσίνκι της Φινλανδίας (ως υπότροφος Fulbright το 2000) και ήταν προσκεκλημένος ερευνητής στο Κέντρο Ερευνών για τη Φιλοσοφία της Εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ (1991). Είναι συνιδρυτής της πρωτοποριακής διεπιστημονικής ένωσης στοχαστών από όλο τον κόσμο για τη μουσική, The MayDay Group (http://www.maydaygroup.org/) (1993), πρώτος επιστημονικός επιμελητής του ηλεκτρονικού περιοδικού της, Action, Criticism, and Theory for Music Education [ACT] (2002-07) (http://act.maydaygroup.org/) και ιδρυτής και επιστημονικός επιμελητής του περιοδικού TOPICS for Music Education Praxis (http://topics.maydaygroup.org/). Είναι συγγραφέας περισσότερων από 130 άρθρων σε περιοδικά με κριτές και των βιβλίων: Principles and Problems of Music Education (1975), Arts Education and Brain Research (1978), Teaching General Music (1981) και Teaching General Music in Grades 4-8 (2004), A Brief Theory of Music as Social Praxis (2012), Curriculum Philosophy and Theory for Music Education Praxis (2021) και επιστημονικός συνεπιμελητής (με τον J. T. Gates) του συλλογικού τόμου Music Education for Changing Times (2009). |
Μουσική εκπαίδευση ή η μουσική εκπαιδεύει: αναστοχαστική προσέγγιση στους ρόλους
Ολυμπία Αγαλιανού
Κάθε εκπαιδευτικός αναμετράται συνεχώς με τρία αλληλεξαρτώμενα ερωτήματα: τί, πώς το διδάσκω και γιατί διδάσκω. Η σειρά που αυτά τίθενται ποικίλει και, ως ένα βαθμό, εξαρτάται από το εκπαιδευτικό πλαίσιο το οποίο μπορεί να απαντά σε κάποιο από τα ερωτήματα επιδρώντας έτσι και στα υπόλοιπα. Αντικείμενο της μουσικής εκπαίδευσης αποτελεί η μουσική. Ως περιεκτική τέχνη που εμπερικλείει την ομιλία/λόγο και την κίνηση και ως παναθρώπινο, δυναμικό φαινόμενο, είναι σχεδόν αδύνατο να της αποδοθεί ένας εννοιολογικός προσδιορισμός. Είναι, επίσης αδύνατο να οριστεί το περιεχόμενό της ως γνωστικό και εκπαιδευτικό αντικείμενο. Τί διδάσκουμε λοιπόν, πώς και γιατί. Συχνά, η διδασκαλία της μουσικής εκθειάζεται γιατί βοηθά την ανάπτυξη γνωστικών ικανοτήτων ή υποβοηθά στη σχολική επίδοση. Άλλοτε, παρουσιάζεται ως εκτόνωση ή χαλάρωση και άλλοτε ως η κατάκτηση ποικίλων δεξιοτήτων που οδηγεί στη συμμετοχή σε μια ιδιαίτερα απαιτητική διαδικασία που προαπαιτεί «ταλέντο». Φαίνεται λοιπόν ότι πολλές φορές, η μουσική στην εκπαιδευτική διαδικασία, είτε εργαλειοποιείται για αλλότριους στόχους, είτε αντιμετωπίζεται με δέος λόγω των απαιτήσεων που εγείρει η συμμετοχή σε αυτή.
Επιθυμία μου είναι η αυτοεθνογραφική παρουσίαση της αναμέτρησης με τα ερωτήματα τί διδάσκω, γιατί και πώς η οποία με οδήγησε στην αναθεώρηση του ρόλου μου. Ασχολούμενη με τη μουσική εκπαίδευση σε όλες της βαθμίδας της γενικής παιδείας και σε διάφορες κοινότητες και έχοντας λιγότερη σχέση με τον επαγγελματισμό της ωδειακής κουλτούρας, αντιμετώπισα τη μουσική περισσότερο ως κοινωνική τέχνη. Εύκολα διαπίστωσα ότι η μουσική πράξη και επιτέλεση αποτελεί μια πλούσια εμπειρία γεμάτη νοήματα διαθέσιμα για αναστοχασμό. Συνεπικουρούμενη από την προσωποκεντρική θεωρία του Carl Rogers ξεκίνησα να αντιλαμβάνομαι τον εαυτό μου ως διαμεσολαβήτρια με ρόλο την επίκληση της μουσικής και τη διευκόλυνση της μουσικής πράξης. Με έντονες επιρροές από το όραμα του Christopher Small, τους στοχασμούς του David Elliot και συνεπαρμένη από τη θεωρία της ροής του Mihaly Csikszentmihalyi παραχώρησα το ρόλο της παιδαγωγού στην ίδια τη μουσική. Κύριο μέλημά μου έγινε η εξασφάλιση της συμμετοχής όλων από όποιο ρόλο καθένας επιλέγει: του συνθέτη, του ερμηνευτή ή του ακροατή ώστε η μουσική να αναλάβει το ρόλο της δασκάλας. Η συστηματική παρατήρηση αποκάλυπτε ότι η μουσική δίδασκε σε καθένα συμμετέχοντα/σα αυτό που είχε ανάγκη ή αυτό που ήταν έτοιμος και έτοιμη να μάθει μέσα από μια διαδικασία διαφοροποιημένης μάθησης. Η συνειδητοποίηση της πλήρους αλλαγής που επέφερε τη τεχνολογία στον τρόπο που ακούμε, δημιουργούμε και μοιραζόμαστε μουσική σε συνδυασμό με την ανάπτυξη του κινήματος της κοινοτικής μουσικής ως αντίπαλου δέους, ενέτειναν την προσπάθειά μου.
Παράλληλα, η σχέση μου με την παιδαγωγική θεώρηση του Carl Οrff, ενίσχυε την έννοια της μουσικής ως ενότητας λόγου κίνησης και μουσικής, τη δύναμη του ρυθμού, την αξία του στοιχειακού και της ανάπτυξής του. Επίσης, έφερνε στο προσκήνιο τον αυτοσχεδιασμό και τη σύνθεση προσφέροντας τεχνικές και στρατηγικές οι οποίες εστίαζαν στη δημιουργικότητα και εξασφάλιζαν την συμμετοχή.
Στόχος μου, λοιπόν, είναι μέσα από αυτοεθνογραφικές αναφορές να αντιστρέψω τους ρόλους παραχωρώντας το ρόλο του παιδαγωγού/εκπαιδευτικού στην ίδια τη μουσική και περιγράφοντας το ρόλο μου ως διαμεσολαβήτρια μεταξύ μουσικής και κάθε λογής μαθητών, συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού μου ως μέλους με διακριτό ρόλο κάθε ομάδας την οποία οργανώνω και καθοδηγώ.
Λέξεις κλειδιά: μουσική εκπαίδευση, ρόλοι, μουσική πράξη, αναστοχασμός
Η Ολυμπία Αγαλιανού υπηρετεί ως Ειδικό Εκπαιδευτικό Προσωπικό στο Τ.Ε.Α.Π.Η., Ε.Κ.Π.Α. και διδάσκει σε Π.Μ.Σ στο ΠΑ.ΜΑΚ, το Ε.Κ.Π.Α., το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο, στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Είναι συγγραφέας μιας μονογραφίας, πολλών κεφαλαίων σε ελληνόγλωσσες και ξενόγλωσσες εκδόσεις και άρθρων σε περιοδικά και πρακτικά συνεδρίων. Έχει υπηρετήσει στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, έχει εργαστεί ως χορογράφος και συνεργάζεται με φορείς και Πανεπιστήμια στη Ελλάδα και το εξωτερικό ως επιμορφώτρια ενηλίκων. Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα εστιάζουν στην κοινοτική μουσική και τη σύνδεση των τεχνών στην εκπαίδευση με στόχο την προσωπική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή. Είναι επίτιμη πρόεδρος του Ελληνικού Συλλόγου Μουσικοκινητικής Αγωγής Orff. |
Εγγραφές: https://apps.eeme.gr/ - Πληροφορίες: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.