Τεύχος 3 (2006)

Περιεχόμενα:

Σημείωμα Διευθυντή Σύνταξης

Ξανθούλα Παπαπαναγιώτου: Η ηλικία και η μουσική εκπαίδευση ως παράγοντες διαμόρφωσης των μουσικών προτιμήσεων Ελλήνων μαθητών (σ.σ. 5-30)

Στην παρούσα εργασία γίνεται αναφορά σε δύο έρευνες που έγιναν στον ελληνικό χώρο και είχαν ως στόχο τη μελέτη των μουσικών προτιμήσεων ελλήνων μαθητών και τη διερεύνηση της σχέσης τους με την ηλικία και τη μουσική εκπαίδευση. Στην πρώτη έρευνα συμμετείχαν 1061 μαθητές και σπουδαστές επιλεγμένοι τυχαία από τις ηλικιακές ομάδες 6-7, 12-13 και 18-19 ετών. Οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια και πήραν μέρος σε δοκιμασίες ακρόασης κατά τη διάρκεια των οποίων κατέταξαν σε κλίμακες προτίμησης τύπου Likert αποσπάσματα από οκτώ διαφορετικά είδη μουσικής. Η δεύτερη έρευνα είχε ως στόχο την περαιτέρω διερεύνηση της σχέσης των μουσικών προτιμήσεων με τη μουσική εκπαίδευση. Στην έρευνα συμμετείχαν 120 μαθητές ισάριθμα κατανεμημένοι σε τρεις ομάδες: πέμπτης τάξης Δημοτικού Σχολείου, τρίτης Γυμνασίου και τρίτης τάξης Μουσικού Σχολείου. Οι συμμετέχοντες κατέταξαν σε κλίμακες τύπου Likert τις λεκτικές αναφορές «ελληνική και ξένη ποπ», «κλασική» και «παραδοσιακή» μουσική. Και στις δύο έρευνες, η στατιστική ανάλυση των δεδομένων έδειξε ότι οι προτιμήσεις για τα μουσικά είδη κυμαίνονται σημαντικά σε σχέση με την ηλικία και σχετίζονται με τη μουσική παιδεία. Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε ότι τα παιδιά ανταποκρίνονται περισσότερο θετικά σε όλα τα είδη μουσικής σε σχέση με τους μεγαλύτερους συμμετέχοντες. Οι έφηβοι δείχνουν ισχυρή προτίμηση προς τα είδη μουσικής που απευθύνονται σε νεανικό κοινό, ενώ οι νεαροί ενήλικες ανταποκρίνονται θετικά σε περισσότερα είδη μουσικής απ' ό,τι οι έφηβοι, αλλά σε λιγότερα απ' ό,τι τα παιδιά. Η εκπαίδευση σε κάποιο μουσικό όργανο της «κλασικής» και της «ελληνικής παραδοσιακής» μουσικής παράδοσης βρέθηκε να επηρεάζει θετικά την προτίμηση και για τα δύο είδη. Η εργασία ολοκληρώνεται με προτάσεις για τη σχολική μουσική εκπαίδευση. Μεταξύ άλλων, προτείνεται ο εμπλουτισμός του περιεχομένου του μαθήματος της Μουσικής στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και με δραστηριότητες μουσικής πράξης, αλλά και με ποικιλία μουσικών ειδών στα οποία θα αναφέρεται η μουσική πράξη.

Γιάννης Σταύρου: Απόψεις και στάσεις των εκπαιδευτικών σχετικά με τις επιπτώσεις της εκπαιδευτικής πολιτικής στη διδασκαλία του μαθήματος της μουσικής στο Δημοτικό Σχολείο (σ.σ. 31-50)

Η εκπαιδευτική πολιτική που εφαρμόζεται σε κάθε οργανωμένη κοινωνία, καθορίζει τους στόχους και τους προσανατολισμούς της εκπαίδευσης, την ύλη και το περιεχόμενο των βιβλίων, τους στόχους των αναλυτικών προγραμμάτων καθώς και κάθε άλλη παράμετρο που αφορά τομείς της εκπαίδευσης. Επομένως η θέση της μουσικής και της παραδοσιακής μουσικής στο σχολείο αντανακλά την άποψη της επίσημης πολιτείας, τις προτεραιότητες που θέτει, το μοντέλο προσωπικότητας του πολίτη που επιδιώκει να διαμορφώσει, τους άξονες, τις επιλογές και τις προτεραιότητές της. Είναι γεγονός επίσης ότι η θέση της μουσικής στην εκπαίδευση καθορίστηκε επιπλέον από παράγοντες όπως η αδυναμία των εκπαιδευτικών αλλά και η λανθασμένη αντίληψη που επικρατούσε σύμφωνα με την οποία η μουσική δεν αφορά τη γνώση και επομένως δεν είναι απαραίτητο μάθημα. Στο άρθρο παρουσιάζονται τα αποτελέσματα έρευνας που αποσκοπούσε στη διερεύνηση των στάσεων και των απόψεων των εκπαιδευτικών που διδάσκουν το μάθημα της «Μουσικής Αγωγής» στο Δημοτικό Σχολείο (ειδικοί δάσκαλοι μουσικής και δάσκαλοι γενικών μαθημάτων) σχετικά με την εκπαιδευτική πολιτική απέναντι στη διδασκαλία, συνολικά, της μουσικής και, ειδικά, της παραδοσιακής μουσικής. Η ανάλυση των δεδομένων σημειώνει ότι οι εκπαιδευτικοί θεωρούν πως η Πολιτεία δεν προάγει τη διδασκαλία της μουσικής με τα μέσα που διαθέτει. Δεν είναι, επίσης, ικανοποιημένοι από ορισμένους παράγοντες όπως τα αναλυτικά προγράμματα, τα εποπτικά μέσα, την αίθουσα διδασκαλίας, τους Σχολικούς Συμβούλους, τις επιμορφώσεις και τα σεμινάρια που έχουν λάβει. Τέλος θεωρούν ότι για την επίτευξη των στόχων της διδασκαλίας της μουσικής και της παραδοσιακής μουσικής, απαιτούνται αλλαγές σε όλους τους παράγοντες που επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα του μαθήματος.

3) Πολύβιος Ανδρούτσος: Δημιουργία και πειραματική εφαρμογή ενός μοντέλου διδασκαλίας της ιστορίας της μουσικής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (σ.σ. 51-69)

Ο στόχος της έρευνας ήταν η δημιουργία και πειραματική εφαρμογή ενός μοντέλου διδασκαλίας της ιστορίας της μουσικής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Διερευνήθηκε εάν και σε ποιο βαθμό αυτό το μοντέλο (μαζί με τα συστατικά του στοιχεία: στρατηγική, μέθοδοι, εργαλεία και υλικό διδασκαλίας), διευκόλυνε την επίδοση μαθητών γ' γυμνασίου των γενικών δημόσιων σχολείων στην ιστορία της μουσικής. Το πλήρες δείγμα της Κυρίως Έρευνας αποτελούνταν από 176 μαθητές. Το σχέδιο έρευνας που χρησιμοποιήθηκε ήταν το πειραματικό σχέδιο με πειραματική ομάδα και ομάδα ελέγχου, μόνο μετά. Τέσσερα άθικτα τμήματα γ' γυμνασίου κατατάχτηκαν με τυχαία επιλογή στην πειραματική ομάδα και τέσσερα στην ομάδα ελέγχου, λαμβάνοντας υπόψη και την αντιπροσώπευση αστικών και μη αστικών περιοχών του νομού Θεσσαλονίκης. Η περίοδος διδασκαλίας ήταν 10 εβδομάδες, εντός των οποίων καλύφθηκε η ύλη των περιόδων Μπαρόκ και Κλασικής, της δυτικοευρωπαϊκής έντεχνης μουσικής. Η πειραματική ομάδα διδάχθηκε σύμφωνα με το μοντέλο ενώ η ομάδα ελέγχου σύμφωνα με τις επιλογές του εκάστοτε καθηγητή. Κατά το μάθημα της 11ης εβδομάδας, έγινε επανάληψη και οι μαθητές υποβλήθηκαν σε ένα Τεστ Εξάσκησης, ενώ τη 12η εβδομάδα ένα τεστ πολλαπλών επιλογών (σχεδιασμένο από τον ερευνητή) δόθηκε στους μαθητές προς αξιολόγηση της μάθησης. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως το τεστ ήταν αξιόπιστο. Τα δεδομένα αναλύθηκαν μέσω διαδικασιών τριμερούς ανάλυσης διακύμανσης. Η στατιστικά σημαντική διαφορά ανάμεσα στην πειραματική και την ομάδα ελέγχου υπέρ της πρώτης κατέδειξε την επιτυχία του μοντέλου, που αποδείχθηκε χρήσιμο και εφαρμόσιμο καθώς και τα υλικά διδασκαλίας κατάλληλα για χρήση στα σχολεία. Τα αποτελέσματα έδειξαν επίσης πως το μοντέλο επέδρασε σημαντικά θετικά στην επίδοση των αγοριών μαθητών.

Κυριακή Ζαχαροπούλου: Μια εισαγωγή στους μηχανισμούς και τις στρατηγικές που χρησιμοποιούνται από εκτελεστές κατά τη διαδικασία απομνημόνευσης ενός μουσικού κομματιού. (σ.σ. 71-84)

Η μνήμη είναι μια πολύ σημαντική γνωστική διεργασία, η οποία χρησιμοποιείται από τον μουσικό σχεδόν σε όλα τα στάδια της μελέτης ενός μουσικού έργου: από την πρώτη ανάγνωση της παρτιτούρας μέχρι την τελική απομνημόνευση. Στόχος του παρόντος άρθρου είναι να πληροφορήσει τον μουσικό εκτελεστή για τον τρόπο λειτουργίας της μνήμης του και να του προτείνει αποτελεσματικές τεχνικές απομνημόνευσης. Στο πρώτο μέρος της εργασίας αυτής θα γίνει μια σύντομη περιγραφή των κυριοτέρων θεωριών για τη λειτουργία της μνήμης, όπως έχουν διατυπωθεί στο χώρο της ψυχολογίας. Στο δεύτερο μέρος, θα παρατεθούν οι πιο συνηθισμένες στρατηγικές απομνημόνευσης, όπως χρησιμοποιούνται από τους μουσικούς εκτελεστές, και θαπροταθούν οι αποτελεσματικότερες σύμφωνα με τα πορίσματα της σύγχρονης έρευνας.

Μαρία Βρακά: Απόλυτη Ακοή - Τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα μιας σπάνιας ιδιότητας (σ.σ. 85-96)

 

Η Απόλυτη Ακοή είναι μια σχετικά σπάνια ικανότητα, η ανάπτυξη της οποίας έχει κινήσει το ενδιαφέρον επιστημόνων από χώρους όπως η Ψυχοακουστική, Νευρολογία, Εξελικτική Ψυχολογία και Μουσική Εκπαίδευση. Κατά την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας παρατηρεί κανείς πως η Απόλυτη Ακοή εξετάζεται ως επί τω πλείστον μέσα στα πλαίσια του τονικού συστήματος της κλασικής ευρωπαϊκής μουσικής ως μία ικανότητα με δυσδιάστατη φύση: α) την απομνημόνευση τονικού ύψους και β) την πρόσαψη λεκτικής ετικέτας στο τονικό ύψος. Η αναγνώριση του τονικού ύψους ωστόσο από τους κατόχους Απόλυτης Ακοής δεν είναι πάντα επιτυχής (απόλυτη) και μπορεί να επηρεαστεί από κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του ήχου. Παρόλη την έμφαση που δίνεται στη μορφή με την οποία παρουσιάζεται η ικανότητα στο τονικό σύστημα της κλασικής ευρωπαϊκής μουσικής, η εμφάνισή της υπάρχει και σε εξω-ευρωπαϊκά μουσικά συστήματα, αλλά εξαιτίας του διαφορετικού τρόπου με τον οποίο κωδικοποιείται και παρουσιάζεται, η μελέτη της απαιτεί διαφορετικό μεθοδολογικό σχεδιασμό. Η παράδοση της κλασικής μουσικής στηρίζεται κυρίως στις σχέσεις μεταξύ των ήχων, οι οποίες διέπονται και προσδιορίζονται από αυστηρούς κανόνες. Κανόνες που σχεδιάστηκαν πολύ πριν παρατηρηθεί η ύπαρξη της Απόλυτης Ακοής. Ποια είναι λοιπόν η εμπειρία των μουσικών που έχουν Απόλυτη Ακοή σε ένα σύστημα που κατά βάσει δείχνει να αγνοεί την ύπαρξή της; Το παρόν άρθρο έρχεται ως συνέχεια της δημοσίευσης 'Απόλυτη Ακοή: σύντομη ανασκόπηση στο μύθο και την πραγματικότητα' (Κόνιαρη 2005) και προσπαθεί να καταγράψει τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα του να κατέχεις την ικανότητα, όπως αυτά εκφράστηκαν από τους ίδιους τους μουσικούς με Απόλυτη Ακοή φωτίζοντας κάποιες όχι και τόσο γνωστές πτυχές της. Από την ποιοτική ανάλυση και την ανάδειξη κάποιων γενικότερων θεμάτων, γίνονται εμφανή τα προτερήματα ή και τα πιθανά προβλήματα που μπορεί η κατοχή Απόλυτης Ακοής να προκαλέσει στη γενικότερη μουσική ανάπτυξη και με αυτή την αφορμή, γίνονται κάποιες προτάσεις για τη διδακτική προσέγγιση που θα πρέπει να ακολουθηθεί.

 

Όλα τα παλαιότερα τεύχη διατίθενται από την Ε.Ε.Μ.Ε. Για περισσότερες πληροφορίες επικοινωνήστε μαζί μας στα τηλ. 6939560404 και 2310858658 ή στην φόρμα επικοινωνίας