Το περιοδικό Μουσικοπαιδαγωγικά είναι ετήσια επιστημονική έκδοση της Ελληνικής Ένωσης για τη Μουσική Εκπαίδευση (Ε.Ε.Μ.Ε.). Δέχεται προς δημοσίευση πρωτότυπα άρθρα που αφορούν σε μελέτες και έρευνες από το πεδίο της Μουσικής Παιδαγωγικής: μεθοδολογικές προσεγγίσεις, ιστορία και φιλοσοφία της μουσικής εκπαίδευσης, σχολική μουσική εκπαίδευση, διδασκαλία-εκμάθηση μουσικών οργάνων και γενικά ζητήματα για τη διδασκαλία-μάθηση της μουσικής σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και για όλες τις ηλικίες. Η έρευνα μπορεί να είναι ποιοτική, ποσοτική, βιβλιογραφική, έρευνα δράσης, εθνογραφική και ούτω καθεξής. Τα άρθρα είναι θεμιτό να αναπτύσσουν προβληματισμό ως προς τις εφαρμογές των ερευνητικών αποτελεσμάτων στη μουσική διδασκαλία και μάθηση. Τα άρθρα μπορούν να υποβάλλονται είτε στην ελληνική είτε στην αγγλική γλώσσα και κάθε άρθρο που υποβάλλεται στο περιοδικό αποστέλλεται για τυφλή κρίση από κριτές οι οποίοι είναι ειδικοί στη θεματική του άρθρου.
Επιστημονικοί επιμελητές και διευθυντές σύνταξης: Ζωή Διονυσίου και Θεοχάρης Ράπτης. Την επιμέλεια της σελιδοποίησης έχει η Μίτσυ Ακογιούνογλου.
Οδηγίες για την αποστολή άρθρων στα ελληνικά: Οδηγιες_προς_συγγραφεις.pdf
Authors guidelines: Authors_Guidlines.pdf
Καταληκτική ημερομηνία αποστολής άρθρων για το επόμενο τεύχος 22 (2024): 31 Mαΐου 2024
Ηλεκτρονική διεύθυνση αποστολής άρθρων: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. και Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. και Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
Τεύχος 21 (2023)
Ταυτότητα τεύχους και σημείωμα διευθυντών σύνταξης
Ρεγγίνα Σαλτάρη & Ζωή Διονυσίου: Διερευνώντας τα μουσικά παιχνίδια των παιδιών: από τη λαογραφία στην εθνογραφία (σ.σ. 6-29)
Τα μουσικά παιχνίδια των παιδιών τα τελευταία χρόνια προσελκύουν όλο και περισσότερο το ενδιαφέρον της μουσικοπαιδαγωγικής κοινότητας. Μέχρι το 1950
περίπου, οι όποιες συντονισμένες προσπάθειες καταγραφής των μουσικών πρακτικών μιας κοινωνίας ως μέρος του πολιτισμού της δεν συμπεριλάμβαναν αυτές των παιδιών. Με την επίδραση των εθνομουσικολογικών ερευνών, οι μουσικές πρακτικές των παιδιών άρχισαν να αναγνωρίζονται ως έκφραση της κουλτούρας της παιδικής ηλικίας. Σε αυτή τη βάση προέκυψε η ανάγκη για έρευνα σε πραγματικό χρόνο και τόπο. Η μουσική παιδαγωγική εμπνεύστηκε από τις πρακτικές και τις μεθόδους των εθνομουσικολογικών καθώς και των ανθρωπολογικών ερευνών, οι οποίες περιλάμβαναν την είσοδο του ερευνητή στο πεδίο, την επιτόπια παρατήρηση και τη συνομιλία με τα άτομα υπό μελέτη. Μουσικοπαιδαγωγοί ερευνήτριες πραγματοποίησαν εθνογραφικές μελέτες με στόχο τη διερεύνηση της κουλτούρας των μουσικών παιχνιδιών από την οπτική των ίδιων των παιδιών. Η παρατήρηση των παιδιών όταν παίζουν είναι δυνατόν να συνεισφέρει στην κατανόηση της σκέψης τους, της δράσης τους και των αναγκών τους στο παρόν, καθώς και στην αναγνώριση των ποικίλων δεξιοτήτων που αναπτύσσουν. Το παρόν άρθρο παρουσιάζει την εξέλιξη στην έρευνα των μουσικών παιχνιδιών από τη λαογραφική στην εθνογραφική προσέγγιση
τόσο στον διεθνή όσο και στον ελλαδικό χώρο. Ακολουθεί συζήτηση σχετικά με την παιδική κουλτούρα υπό την επίδραση της νέας κοινωνιολογίας της παιδικής ηλικίας, η οποία είναι κομβική για την κατανόηση της εξέλιξης της μελέτης της μουσικής κουλτούρας των παιδιών. Στη συνέχεια, παρουσιάζονται τα ευρήματα διεθνών εθνογραφικών μελετών των μουσικών παιχνιδιών των παιδιών, καθώς και τα ευρήματα της μοναδικής σχετικής εθνογραφικής έρευνας που έχει πραγματοποιηθεί σε ελληνικές σχολικές αυλές.
Ιωάννης Ζαρίας, Λητώ Φλωράκη & Ιωάννης Τσεκούρας: Έξι μουσικές δεξιότητες: προς μια προαγιακή μεθοδολογία της διδασκαλίας του παραδοσιακού βιολιού (σ.σ. 30-53)
Η διδασκαλία του ελληνικού παραδοσιακού βιολιού έχει καθιερωθεί εδώ και αρκετές δεκαετίες στη μουσική ζωή της χώρας. Παρόλα αυτά οι ήδη υπάρχουσες μέθοδοι και προγράμματα εστιάζουν κυρίως σε ζητήματα μουσικού περιεχομένου. Το παρόν άρθρο προτείνει μία διαφορετική μεθοδολογική προσέγγιση, η οποία σε πρώτο επίπεδο εστιάζει όχι στο μουσικό υλικό καθαυτό, αλλά στα εφόδια ως εργαλεία, ως δεξιότητες, που χρειάζεται ένας βιολιστής ώστε να φτάσει να αναπτύξει τη μουσική του σκέψη και γνώση κατά τη διάρκεια της μουσικής πράξης (thinking-in-action, knowing-in-action κατά τον Elliott). Τοποθετώντας στο επίκεντρο τις δεξιότητες ενός έμπειρου μουσικού και έχοντας ως θεωρητική αρχή την πραξιακή παιδαγωγική φιλοσοφία του Elliott, επιζητούμε την άμεση σύνδεση και επικοινωνία των μουσικοπαιδαγωγικών προβληματισμών με τη μουσική δράση εκεί έξω, στον πραγματικό κόσμο. Συγκεκριμένα προτείνονται έξι κατηγορίες δεξιότητας που χτίζονται παράλληλα και αποτελούν αλληλεφαπτόμενους στόχους συνδέοντας τη διδακτική με τη μουσική πράξη.
Δήμητρα Σαπνάρα & Ζωή Διονυσίου: Διδάσκοντας μουσική διαπολιτισμικά μέσω της πολιτισμικά ανταποκρινόμενης διδασκαλίας (σ.σ. 54-75)
Η Διαπολιτισμική Εκπαίδευση έχει αναγνωριστεί ως το κυρίαρχο εργαλείο διαχείρισης των πολυπολιτισμικών τάξεων τόσο σε παγκόσμιο επίπεδο, όσο και στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο έχει αλλάξει σημαντικά έπειτα από την μεγάλη εισροή μεταναστών και προσφύγων στη χώρα μας. Οι μαθητές που προέρχονται από ποικίλα πολιτισμικά υπόβαθρα, μέσω της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης μπορούν να αποκτήσουν μία διαλεκτική σχέση μεταξύ τους, να μοιραστούν ίσες ευκαιρίες στη μάθηση και να επιτύχουν καλύτερα αποτελέσματα στις σχολικές τους επιδόσεις. Η Πολιτισμικά Ανταποκρινόμενη Διδασκαλία (Culturally Responsive Teaching) είναι μια προοπτική που τα τελευταία χρόνια έχει διευρύνει τις αρχές της Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης. Σε αυτή την αρχή στηρίχθηκε η παρούσα έρευνα δράσης που πραγματοποιήθηκε στη Β΄ τάξη ενός πολυπολιτισμικού δημοτικού σχολείου των νησιών
του Ιονίου, με σκοπό να διερευνηθεί το βίωμα και η αλληλεπίδραση των μαθητών μέσα από ένα διαπολιτισμικό μουσικό πρόγραμμα. Αξιοποιώντας το μαθητικό πολιτισμικό δυναμικό της τάξης, οι μαθητές μέσω της μουσικής γνώρισαν τους πολιτισμούς των πέντε χωρών καταγωγής των συμμαθητών τους, έμαθαν τραγούδια σε πέντε γλώσσες, χόρεψαν παραδοσιακούς χορούς και ανέπτυξαν τη δημιουργικότητά τους με ποικίλες μουσικές δράσεις. Για τον σχεδιασμό του ερευνητικού προγράμματος ακολουθήσαμε στοιχεία από το μοντέλο έρευνας δράσης της «οικο-σωματικο-βιωματικής» προοπτικής του Πουρκού (2018) και από το μοντέλο διαπολιτισμικής μουσικής εκπαίδευσης της Διονυσίου (2016). Έπειτα από την ανάλυση των δεδομένων παρατηρήσαμε πως οι μαθητές ενίσχυσαν τις μεταξύ τους σχέσεις μέσα από τα βιώματά τους, απέκτησαν κίνητρο για να γνωρίσουν καλύτερα τους πολιτισμούς από τις χώρες καταγωγής τους και ανέπτυξαν τη διαπολιτισμική τους συνείδηση.
Μαίη Κοκκίδου & Χαρά Κατσώχη: Οι φιλοσοφικές ιδέες της Maxine Greene για τη Μουσική Εκπαίδευση (σ.σ. 76-91)
Στόχος της παρούσας εισήγησης είναι η κριτική εξέταση των ιδεών της Αμερικανίδας εκπαιδευτικής φιλοσόφου Maxine Greene (1917-2014), με επίκεντρο την αισθητική αγωγή, την κοινωνική φαντασία, τη δημοκρατία, την κοινότητα, την ελεύθερη έκφραση και την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Οι τέχνες για τη Greene αποτελούν κεντρικό σημείο της εκπαιδευτικής διαδικασίας διότι διαμορφώνουν την κριτική και δημιουργική σκέψη των μαθητών, δημιουργώντας τις συνθήκες για ουσιαστικό διάλογο, νόημα και δράση. Όλα τα παραπάνω θεωρούνται ιδιαίτερα σημαντικά καθώς η σύγχρονη κοινωνία χαρακτηρίζεται για την αγριότητα, την περιθωριοποίηση και τις σιωπές της. Αν και οι θέσεις της Greene αποτελούν αντικείμενο συζήτησης και προβληματισμού στους χώρους της φιλοσοφίας της εκπαίδευσης, δεν έχουν επηρεάσει σημαντικά το πλαίσιο της μουσικής παιδαγωγικής. Υπό αυτή τη σκοπιά, προτείνουμε έναν ορίζοντα εφαρμογής των αξιών της Greene, με επιδίωξη τον μετασχηματισμό της πρακτικής και του στοχασμού στη μουσική παιδεία, όπου τα σχολεία, ως κοινότητες μάθησης και
αλληλεπίδρασης να ενσωματώσουν και να εφαρμόσουν τις αξίες προσωπικού/ομαδικού στοχασμού και αναζήτησης της γνώσης.
Οδηγίες για την αποστολή άρθρων στα Ελληνικά
Το παρόν τεύχος στάλθηκε ηλεκτρονικά ΔΩΡΕΑΝ σε όλα τα μέλη της Ε.Ε.Μ.Ε. που ήταν οικονομικά τακτοποιημένα για το 2023. Εάν ήσασταν οικονομικά τακτοποιημένο μέλος το 2023 και δεν λάβατε ηλεκτρονικά το τεύχος, ή εάν επιθυμείτε να το αγοράσετε (τιμή: 15 ευρώ), παρακαλούμε επικοινωνήστε με τη γραμματεία της Ε.Ε.Μ.Ε. στο email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε..
Τεύχος 20 (2022)
Ταυτότητα τεύχους και σημείωμα διευθυντών σύνταξης
Γιάννης Ματζίρης & Νικόλαος Ζαφρανάς: Η συνεισφορά του τεχνολογικά εμπλουτισμένου εκπαιδευτικού παιχνιδιού «Πρόκληση μουσικών οργάνων» στην ενίσχυση του καταστασιακού ενδιαφέροντος στο μάθημα της μουσικής (σσ. 7-30)
Πρόσφατες έρευνες επισημαίνουν τον σημαντικό ρόλο του ενδιαφέροντος στην εκπαιδευτική διαδικασία. Το ενδιαφέρον συμβάλλει θετικά στην προσοχή και τη μάθηση και ενεργοποιείται από την προγενέστερη γνώση και το απροσδόκητο περιεχόμενο. Επιπλέον, η χρήση παιχνιδιών ως εργαλείων μάθησης προάγει την κριτική σκέψη, την ανάληψη ρίσκου, ενισχύει την προσοχή των μαθητών, τους εκπαιδεύει να εργάζονται υπό πίεση, να διασκεδάζουν, να σέβονται τους κανόνες και να διαχειρίζονται καλύτερα τη νίκη ή την ήττα σε ένα απόλυτα ασφαλές περιβάλλον. Η παρούσα μελέτη διερευνά τη μεταβολή του καταστασιακού ενδιαφέροντος των μαθητών της Δ΄ τάξης κατά τη διάρκεια και μετά την εφαρμογή ενός τεχνολογικά εμπλουτισμένου εκπαιδευτικού παιχνιδιού. Μέσα από μία ποιοτική ερευνητική προσέγγιση που περιλαμβάνει συνεντεύξεις, ερωτήσεις ανοιχτού τύπου και παρατήρηση διερευνήθηκε η μεταβολή του ενδιαφέροντος κατά τη διάρκεια και μετά την εφαρμογή του παιχνιδιού «Πρόκληση μουσικών οργάνων». Κύριος στόχος του παιχνιδιού αυτού είναι η εξοικείωση με τη χροιά, την όψη και τα χαρακτηριστικά των οργάνων μουσικής ορχήστρας μέσω μιας παιγνιώδους διαδικασίας που συνδυάζει την ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων και τη συνεργατική μάθηση με τη βοήθεια ενός διαδραστικού εικονικού περιβάλλοντος, χωρίς να υπάρχει ο κίνδυνος απομόνωσης των μαθητών στην οθόνη ενός υπολογιστή. Η θεματική ανάλυση κατέδειξε ότι υπήρχε αύξηση του καταστασιακού ενδιαφέροντος κατά τη διάρκεια και μετά την υλοποίηση του παιχνιδιού. Η παρούσα μελέτη επιβεβαιώνει προηγούμενες μελέτες που σχετίζονται με στρατηγικές μάθησης που ενισχύουν το περιστασιακό/καταστασιακό ενδιαφέρον, όπως η παροχή επιλογών, η ομαδική εργασία, η ενσωμάτωση στοιχείων παιχνιδιού καθώς και η χρήση καινοτομιών και ποικιλίας στη μαθησιακή διαδικασία.
Γιάννης Μυγδάνης & Μαρία Παπαζαχαρίου-Χριστοφόρου: Η φιλοσοφία του maker movement σε μαθήματα «θεωρία της μουσικής» σε ένα ωδείο στον ελλαδικό χώρο: Προκαταρκτικά ευρήματα από μία εκπαιδευτική παρέμβαση (σσ. 31-53)
Τις τελευταίες δεκαετίες υπάρχει έντονο ερευνητικό ενδιαφέρον αναφορικά με την αξιοποίηση πρακτικών και στρατηγικών κατασκευής τεχνουργημάτων σε διαδικασίες διδασκαλίας-μάθησης. Αντανακλώντας τη φιλοσοφία της προσέγγισης STEAM, η σχεδίαση και η πρακτική εφαρμογή διδακτικών σεναρίων στη βάση του maker movement δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μετασχηματισμό της μουσικής εκπαιδευτικής διαδικασίας και τη διαμόρφωση ενός νέου τεχνολογικού-μουσικού περιβάλλοντος στην τάξη. Στο παρόν άρθρο παρατίθενται προκαταρκτικά ευρήματα από τη διερεύνηση των εμπειριών μιας ομάδας τεσσάρων παιδιών ηλικίας έξι έως επτά ετών, όταν στο πρώτο έτος του μαθήματος «θεωρία της μουσικής» σε ένα ελληνικό ωδείο, πραγματοποιήθηκε εκπαιδευτική παρέμβαση που σχεδιάστηκε στη βάση του maker movement, αξιοποιώντας παράλληλα το εκπαιδευτικό μουσικό λογισμικό Synth4kids. Τα ερευνητικά ερωτήματα στόχευαν στην εξέταση της μαθησιακής διαδικασίας που ακολούθησαν οι συμμετέχοντες, στην σε βάθος εξέταση των αντιλήψεών τους αναφορικά με τη μαθησιακή εμπειρία που βίωσαν και στην διερεύνηση των γνώσεων και δεξιοτήτων που διαφαίνεται ότι απόκτησαν. Καταδεικνύεται, ότι οι δραστηριότητες που εφαρμόστηκαν, πρόσφεραν εμπειρίες με νόημα στα παιδιά, τα οποία συμμετείχαν ενεργά και με ενθουσιασμό στο νέο μουσικο-τεχνολογικό περιβάλλον μάθησης που υιοθετήθηκε, εκφράζοντας την άποψη ότι η εμπλοκή τους στις δράσεις είχε ξεχωριστή αξία. Τα παιδιά διαφάνηκε να διευρύνουν τις μουσικές και τεχνολογικές τους γνώσεις και δεξιότητες, επιτυγχάνοντας πέραν από τις επιδιώξεις του μαθήματος «θεωρία της μουσικής», την καλλιέργεια της υπολογιστικής σκέψης.
Λυδία Ζερβάνου & Μαρία Παπαζαχαρίου-Χριστοφόρου: Λυρική εκφορά λόγου: Μελέτη περίπτωσης της εφαρμογής του Διεθνούς Φωνητικού Αλφαβήτου σε ομάδα σπουδαστών μονωδίας σε ωδείο της Αθήνας (σσ. 54-76)
Η ορθή εκφορά του λόγου αποτελεί σημαντικό στοιχείο μιας ολοκληρωμένης ερμηνείας στο λυρικό τραγούδι (Adams, 2008). Το Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο (International Phonetic Alphabet - IPA), το οποίο λειτουργεί ως τυποποιημένη αναπαράσταση των ήχων μιας γλώσσας, χρησιμοποιείται διεθνώς ως εργαλείο για την επεξήγηση και διδασκαλία της ορθής εκφοράς λόγου στο λυρικό τραγούδι (Mahaney, 2006· Montgomery, 2020· Paver, 2009). Η απουσία εφαρμογής του IPA στο πλαίσιο ωδείων στον ελλαδικό χώρο, κινητοποίησε τo ενδιαφέρον της ερευνήτριας για την παρούσα έρευνα. Στόχος της έρευνας αποτέλεσε η διερεύνηση των εμπειριών τεσσάρων σκόπιμα επιλεγμένων σπουδαστών μονωδίας, όταν στο μάθημα της Ορθής Προφοράς Ξένων Κειμένων, εντάχθηκε η εκμάθηση του IPA. Συγκεκριμένα, διερευνήθηκαν οι απόψεις, σκέψεις και αντιλήψεις των σπουδαστών για τη χρήση του IPA στο μάθημα τους, όπως και η αξία εφαρμογής του, από τη δική τους οπτική. Η μελέτη περίπτωσης διήρκησε τέσσερις μήνες και χρησιμοποιήθηκαν ποιοτικές μέθοδοι συλλογής δεδομένων. Η θεματική ανάλυση κατέδειξε ότι οι συμμετέχοντες, παρ’ όλες τις αρχικές δυσκολίες κατά την εφαρμογή του, βίωσαν πολύ θετικά τη χρήση του IPA στη διδασκαλία της λυρικής εκφοράς λόγου, και επισήμαναν τη συμβολή του στην αποσαφήνιση της άρθρωσης των ήχων, στην αντιμετώπιση προσωπικών δυσκολιών και στην ενίσχυση της αυτοπεποίθησης τους κατά την προσέγγιση νέων έργων του ξενόγλωσσου ρεπερτορίου. Η χρήση του IPA διαφάνηκε να υποστηρίζει σε μεγάλο βαθμό την ερμηνεία του λυρικού τραγουδιού για τους συμμετέχοντες.
Δημήτριος Σαρρής: «Music(al) disciplinary literacy»: Από τον «γραμματισμό πεδίου» στον «μουσικό γραμματισμό πεδίου» (σσ. 77-95)
Η παρούσα εργασία εισάγει σε μια από τις μορφές γραμματισμού που εφαρμόζονται στα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα, τον γραμματισμό πεδίου (disciplinary literacy) και ειδικότερα στο μουσικό γραμματισμό πεδίου (music ή musical disciplinary literacy). Καθώς ο γραμματισμός αυτός συνδέει το μάθημα με μεθοδολογίες και στρατηγικές γραμματισμού που απορρέουν από το σχετιζόμενο επιστημονικό πεδίο, η μαθησιακή εμπειρία επωφελείται με βιωματικότητα και ο εκπαιδευτικός διευρύνει τα μέσα του για ένα μάθημα αποτελεσματικό, όπου πολλά καθημερινά προβλήματα και δυσκολίες μπορούν να αντιμετωπιστούν. Με αφορμή μια συζήτηση που κάνουμε για τον τρόπο απόδοσης των όρων στην ελληνική γλώσσα, αναπτύσσουμε ένα κομμάτι της θεωρίας του γραμματισμού που είναι συναφές με τον γραμματισμό πεδίου. Τέλος, εξετάζεται ο μουσικός γραμματισμός πεδίου ως μια δυνατότητα και για την ελληνική μουσική εκπαίδευση, η οποία, όπως διαφαίνεται, όχι απλά έχει πολλές οδούς διασύνδεσης με αυτόν, αλλά και θέτει καταστατικούς στόχους που συμβαδίζουν με τις προτεραιότητες του μουσικού γραμματισμού πεδίου.
Μαρία Κοτσοπούλου: Κριτικός στοχασμός και μετασχηματίζουσα μάθηση με εργαλείο τη μουσική (σσ.96-112)
Στο παρόν κείμενο προσεγγίζεται βιβλιογραφικά η συμβολή της μουσικής στον προσανατολισμό των ατόμων για κριτικό στοχασμό και μετασχηματίζουσα μάθηση. Ο σκοπός του άρθρου είναι η ανάδειξη εμπειρικών και θεωρητικά θεμελιωμένων συμβολών για τη συνεισφορά της μουσικής στην κινητοποίηση της κριτικοστοχαστικής λειτουργίας και στην ενίσχυση της διεργασίας μετασχηματισμού. Η θεωρητική και ερευνητική ανασκόπηση καταδεικνύει ότι η μουσική τέχνη δίνει τη δυνατότητα εμβάθυνσης στην εμπειρία, αποκαλύπτει συναισθηματικά εκφραστικά μοτίβα και προσφέρει εναύσματα κατανόησης του εαυτού και του κόσμου που περιβάλλει τα άτομα. Ταυτόχρονα οι μουσικές εμπειρίες προωθούν την ενδυνάμωση της ταυτότητας, την αναθεώρηση ριζωμένων ιδεών και στάσεων και αποτελούν ένα εργαλείο ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής, της συλλογικότητας και της διαπολιτισμικής συνύπαρξης. Τέλος, στο κείμενο αναδεικνύεται η παιδαγωγική αξιοποίηση της μουσικής τέχνης στην εκπαιδευτική διαδικασία με στόχο να ερεθιστεί το ενδιαφέρον για αναζήτηση, η εκφραστική και συναισθηματική δυνατότητα των ατόμων και να ενθαρρυνθεί η ικανότητα για κριτικό στοχασμό.
ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: Αγαλιανού, Ολυμπία (2021). Η μουσικοκινητική αγωγή Orff ως αφετηρία και προορισμός. Fagottobooks. Γράφει η Ζωή Διονυσίου (σσ 113-120)
Οδηγίες για την αποστολή άρθρων στα Ελληνικά
Το παρόν τεύχος στάλθηκε ηλεκτρονικά ΔΩΡΕΑΝ σε όλα τα μέλη της Ε.Ε.Μ.Ε. που ήταν οικονομικά τακτοποιημένα για το 2022. Εάν ήσασταν οικονομικά τακτοποιημένο μέλος το 2022 και δεν λάβατε ηλεκτρονικά το τεύχος, ή εάν επιθυμείτε να το αγοράσετε (τιμή: 15 ευρώ), παρακαλούμε επικοινωνήστε με τη γραμματεία της Ε.Ε.Μ.Ε. στο email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε..
Μαρία Παπαζαχαρίου-Χριστοφόρου: Η έννοια της μουσική ταυτότητας, και η διαμόρφωσή της στα διαφορετικά πλαίσια μουσικής διδασκαλίας-μάθησης: θεωρητική ανασκόπηση (σ.σ. 7-24)
Η έννοια της μουσικής ταυτότητας, όπως και οι διαδικασίες οικοδόμησης και διαμόρφωσής της, αποτελούν ενδιαφέρον ζήτημα της σύγχρονης μουσικής παιδαγωγικής. Η διερεύνηση και κατανόηση τόσο των βασικών πυλώνων που ορίζουν την έννοια της μουσικής ταυτότητας (ατομικών και κοινωνικών), όσο και των παραγόντων που επιδρούν και καθορίζουν τη δυναμική διαδραστική διαδικασία κατασκευής της, αποτελούν εξαιρετικής σημασίας πληροφόρηση για την επιστημονική και εκπαιδευτική κοινότητα της μουσικής εκπαίδευσης. Η μουσική εμπειρία και ο τρόπος που βιώνεται η μουσική από τα άτομα στις διαφορετικές συνθήκες και πλαίσια αποτελεί κεντρικό άξονα της οικοδόμησης μουσικών ταυτοτήτων, διαμορφώνοντας καινούριες προοπτικές και καθορίζοντας νέες βάσεις στις παιδαγωγικές προσεγγίσεις και πρακτικές της σύγχρονης μουσικής εκπαίδευσης. Έτσι, στο παρόν άρθρο εξετάζεται η έννοια της μουσικής ταυτότητας υπό το πρίσμα της κοινωνιολογικής διάσταση της μουσικής, και οι παράγοντες και συνθήκες που επηρεάζουν την οικοδόμησή της, θέτοντας προβληματισμούς για τον τρόπο που αυτή μπορεί να προσανατολίσει τις παιδαγωγικές προσεγγίσεις της σύγχρονης μουσικής εκπαίδευσης για την ενίσχυση της δια βίου σχέσης των ατόμων με τη μουσική πράξη.
Δημήτρης Μπατσής & Αλεξάνδρα Νούσια: H μουσική ως βασικός παράγοντας επικοινωνίας ανάμεσα στο γονέα και το βρέφος (σ.σ. 25-41)
Στην παρούσα βιβλιογραφική μελέτη δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη μουσική ως βασικό μέσο αλληλεπίδρασης και επικοινωνίας ανάμεσα στον γονέα και το βρέφος. Το παιδικό τραγούδι και τα νανουρίσματα αποτελούν πρώτιστη επικοινωνιακή δίοδο ανάμεσα στη μητέρα και το παιδί, ενισχύοντας την τρυφερότητα και τη συναισθηματική τους εγγύτητα. Αποτέλεσμα αυτού είναι η δημιουργία ασφαλούς δεσμού και συνεπώς μίας ασφαλούς προσκόλλησης μεταξύ μητέρας και βρέφους. Η χρήση της μουσικής ως βασικού εργαλείου αλληλεπίδρασης και επικοινωνίας μεταξύ των γονέων και παιδιών πρώιμης παιδικής ηλικίας ερευνάται στις πειραματικές μελέτες του Carnegie Hall της Wolf και της μεθόδου SALTMusic της Pitt, στις οποίες γίνεται και ειδική αναφορά. Βασικό συμπέρασμα των δυο μελετών μετά το πέρας της πειραματικής διαδικασίας με συμμετέχοντες γονείς και παιδιά, ήταν ότι η χρήση της μουσικής στο σύνολό της, αλλά και η εκτέλεση συγκεκριμένων μουσικών δραστηριοτήτων κατάλληλων για βρέφη και νήπια, καλλιεργεί, υποστηρίζει και βελτιστοποιεί σημαντικά τη μεταξύ τους επικοινωνία. Επιπλέον συνεισφέρει στη δημιουργία ενός ασφαλούς δεσμού καθώς ενισχύει σημαντικά και ενδυναμώνει τη δυαδική σχέση γονέα- παιδιού.
Γιάννης Μυγδάνης & Μαίη Κοκκίδου: Οι μουσικές-τεχνολογικές εμπειρίες σπουδαστών ωδειακής εκπαίδευσης μέσα από συμμετοχικές πρακτικές μουσικής παραγωγής σε ένα εξ αποστάσεως project (σ.σ. 42-63)
Οι τεχνολογικές εξελίξεις προχωρούν με αυξανόμενο ρυθμό, μετασχηματίζοντας τις μουσικές εμπειρίες των ανθρώπων, ανοίγοντας νέους ορίζοντες στη μουσική έκφραση, δημιουργία και εκπαίδευση. Όλο και περισσότεροι τρόποι μουσικής αλληλεπίδρασης είναι πλέον ψηφιακοί. Πολλοί καλλιτέχνες δημιουργούν κομμάτια με λογισμικά παραγωγής σε συνεργατικό πλαίσιο χωρίς να είναι απαραίτητα στον ίδιο χώρο. Με ανάλογο τρόπο, πολλοί νέοι, ασχολούνται ερασιτεχνικά με τη μουσική και αποκτούν εμπειρίες, μαθαίνοντας μόνοι είτε με φίλους. Αν και υπάρχουν αρκετά δεδομένα για την αξιοποίηση της τεχνολογίας στη σχολική μουσική εκπαίδευση, δεν έχουν πραγματοποιηθεί ανάλογες έρευνες στο ωδειακό σύστημα και στην εξ αποστάσεως εκμάθηση οργάνου. Η πανδημική κρίση του COVID-19 και η απότομη μετάβαση σε διαδικτυακά εκπαιδευτικά περιβάλλοντα έφεραν στο προσκήνιο μια σειρά από προβλήματα (έλλειψη μουσικής-τεχνολογικής κατάρτισης των εκπαιδευτικών μουσικής, δισταγμός για δράσεις με τεχνολογία κ.ά.), σε ένα κλίμα αβεβαιότητας που αντανακλούσε και την πλευρά των σπουδαστών. Οι εκπαιδευτικοί υποχρεώθηκαν να αντιμετωπίσουν μόνοι τους τη συνέχιση των μαθημάτων, μια κατάσταση που για κάποιους έγινε αντιληπτή ως αδιέξοδο ενώ για άλλους αποτέλεσε κίνητρο για δημιουργικές λύσεις. Στον παρόν άρθρο παρουσιάζονται τα αποτελέσματα από την εφαρμογή ενός πιλοτικού μουσικού-τεχνολογικού project στον ωδειακό χώρο, σε μία εξ αποστάσεως παρέμβαση εν μέσω της πανδημίας COVID-19. Σκοπός ήταν η διερεύνηση των μουσικών-τεχνολογικών εμπειριών, γνώσεων και δεξιοτήτων που απέκτησαν οι σπουδαστές καθώς και η ανάπτυξη της μουσικής τους δημιουργικότητας, μέσα από συμμετοχικές DIY πρακτικές μουσικής παραγωγής με τη χρήση λογισμικών DAWs. Τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν μία πρώτη εικόνα, με πολλά θετικά στοιχεία και δυνατότητες αλληλοσυμπλήρωσης με το συμβατικό μοντέλο.
Πέτρος Παπαεμμανουήλ: Η διδασκαλία της βυζαντινής μουσικής στη Θεσσαλονίκη του 20ού αιώνα (σ.σ. 63-81)
Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να παραθέσει όλα εκείνα τα στοιχεία και γεγονότα που επιμαρτυρούν για την εκπαιδευτική διαδικασία της βυζαντινής μουσικής στη Θεσσαλονίκη του 20ού αιώνα. Ακόμη, στοχεύει να αναδείξει το ρόλο που διαδραμάτισε η πόλη στη διάδοση της ψαλτικής τέχνης, μέσω της διδασκαλίας της, κυρίως από το β΄ μισό του προηγούμενου αιώνα και έπειτα. Επιπροσθέτως, φιλοδοξεί να αποδείξει τη σχέση που διατήρησε η πόλη της Θεσσαλονίκης με το ψαλτικό περιβάλλον της Κωνσταντινούπολης, καθ όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα και πόσο επηρεάστηκε από τα εκπαιδευτικά πρότυπα των εκεί μουσικών σχολών. Για το λόγο αυτό εξετάζει τις μεθόδους διδασκαλίας που έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες, αλλά και τον τρόπο διδασκαλίας των θεσσαλονικέων πρωτοψαλτών-δασκάλων στα κέντρα διδασκαλίας της Θεσσαλονίκης. Η μεθοδολογία της έρευνας στηρίχθηκε σε δύο βασικούς άξονες. Αφενός, στην προφορικότητα, καθώς ανασύραμε από το αρχείο μας συνεντεύξεις από ανθρώπους που υπήρξαν «πρωταγωνιστές» στο ψαλτικό-διδακτικό πλαίσιο της Θεσσαλονίκης. Αφετέρου στην έρευνα που διεξαγάγαμε σε βιβλιοθήκες και σε αρχεία, προκειμένου να συλλέξουμε το υλικό της εργασίας. Τα συμπεράσματα στοχεύουν να καταδείξουν ότι η Θεσσαλονίκη του 20ού αιώνα πρωτίστως συνδέθηκε, συνειδητά ή ασυνείδητα, με την Ι΄ Πατριαρχική Μουσική Σχολή, καθώς ακολούθησε τις αρχές της. Δευτερευόντως ότι η πόλη αποτέλεσε τον βασικότερο πόλο έλξης για τους εραστές της ψαλτικής τέχνης.
ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ:
Εάν επιθυμείτε να λάβετε το περιοδικό σε έντυπη μορφή παρακαλούμε επικοινωνήστε με την Ε.Ε.Μ.Ε.: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. (τιμή τεύχους: 15 €)
Σπυριδούλα Ευθυμίου: Οι διδακτικές μέθοδοι και οι πρακτικές της μουσικής διδασκαλίας στους Παιδικούς και Βρεφονηπιακούς Σταθμούς: μια μελέτη περίπτωσης (σ.σ. 7-23)
Η παρούσα μελέτη περίπτωσης διερευνά τη μεθοδολογική προσέγγιση της μουσικής αγωγής στους δημόσιους βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς. Τα ποιοτικά δεδομένα συλλέχθηκαν μέσω ατομικών συνεντεύξεων, καθώς και μέσω ενός μουσικοπαιδαγωγικού επιμορφωτικού προγράμματος, το οποίο υλοποιήθηκε σε βρεφονηπιακό σταθμό, αντιπροσωπευτικό των ευρύτερων χαρακτηριστικών των δημόσιων βρεφονηπιακών σταθμών της χώρας μας. Στόχος του επιμορφωτικού προγράμματος ήταν κυρίως να λειτουργήσει ως διαγνωστικό εργαλείο των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι εκπαιδευτικοί προσχολικής αγωγής κατά την υλοποίηση μουσικών δραστηριοτήτων. Από την ανάλυση των δεδομένων προκύπτουν στοιχεία που αφορούν τις μεθόδους που οι συμμετέχοντες εκπαιδευτικοί ακολουθούν κατά τον σχεδιασμό, την οργάνωση, την εφαρμογή και την αξιολόγηση των μουσικών δραστηριοτήτων που υλοποιούν. Τα ευρήματα της παρούσας μελέτης αναδεικνύουν προβλήματα και ελλείψεις στον τρόπο διεξαγωγής της μουσικής τους διδασκαλίας. Αναδύεται επιτακτική η ανάγκη σχεδιασμού κατάλληλων προγραμμάτων στήριξης των εκπαιδευτικών προσχολικής αγωγής, προκειμένου να έχουν την ικανότητα να προάγουν τη μουσική ανάπτυξη των παιδιών και την παραγωγική μάθηση, τη μάθηση μέσω της εμπειρίας που καθιστά ικανούς τους μαθητές να διαμορφώσουν την προσωπική μαθησιακή τους πορεία.
Θεοχάρης Ράπτης: Αντίληψη συναισθημάτων στη μουσική και πρόκληση συναισθημάτων μέσω της μουσικής: ενισχύοντας τη συναισθηματική επάρκεια του παιδιού στο Νηπιαγωγείο (σ.σ. 24-37)
Η σχέση της μουσικής με το συναίσθημα είναι ο χώρος που στρέφεται κανείς σχεδόν αυτόματα, όταν θέλει να κατανοήσει τη γοητεία που ασκεί η μουσική, ενώ αποτέλεσε για χρόνια και αντικείμενο φιλοσοφικής διερεύνησης. Τα τελευταία χρόνια με τη συνδρομή επιστημών όπως η ψυχολογία, η κοινωνιολογία και η βιολογία αρχίζει να αναπτύσσεται ένα έντονο επιστημονικό ενδιαφέρον για τους τρόπους που η μουσική επηρεάζει τον συναισθηματικό κόσμο των ανθρώπων. Παράλληλα, μεγάλη συζήτηση γίνεται και για τη λεγόμενη συναισθηματική επάρκεια παιδιών και ενηλίκων, για την απόκτηση και ενίσχυση δηλαδή εκείνων των δεξιοτήτων που επιτρέπουν σε ένα άτομο την καλύτερη κατανόηση του δικού του συναισθηματικού κόσμου και των άλλων, βελτιώνοντας έτσι τη συμπεριφορά του και τη σχέση του με αυτούς. Προς την κατεύθυνση αυτή σημαντικό ρόλο μπορεί να παίξει η διάκριση ανάμεσα στο να αντιλαμβάνεται και να αναγνωρίζει κανείς συναισθήματα στη μουσική, και από την άλλη να βιώνει και να αισθάνεται ο ίδιος συναισθήματα ακούγοντας μουσική. Θα παρουσιαστούν σύντομα τα σχετικά συμπεράσματα από έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε παιδιά νηπιαγωγείου και θα γίνουν προτάσεις για την ενίσχυση της συναισθηματικής επάρκειας μέσα από στοχευμένες μουσικές δραστηριότητες που βασίζονται στη διάκριση αυτή, η οποία, ωστόσο, δεν είναι πάντα εύκολη. Τέλος θα γίνει αναφορά στους κινδύνους που μπορεί να εμπεριέχει κάθε προσπάθεια να καταστήσουμε πιο ορατό και πιο ελεγχόμενο τον συναισθηματικό κόσμο των άλλων και θα αναδειχτούν οι βαθύτατα ηθικές και πολιτικές συνέπειες του εγχειρήματος, αλλά και η ευθύνη του παιδαγωγού.
Ανθούλα Κολιάδη – Τηλιακού & Αντιγόνη Ζάχαρη: To αυτοσχέδιο τραγούδι παιδιών προσχολικής ηλικίας μέσα από το C. Orff-Shulwerk: Μια εκπαιδευτική έρευνα δράσης (σ.σ. 38-54)
Η μουσική ως έκφραση μέσα από το παιδικό τραγούδι, είτε το αυτοσχέδιο, είτε το αυθόρμητο, είτε το δομημένο, ενυπάρχει στην καθημερινότητα των παιδιών προσχολικής ηλικίας. Το τραγούδι που δημιουργείται από τα ίδια τα παιδιά στα πλαίσια της καθημερινότητάς τους αποτελεί μέσο επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης. Mέσα από την κατασκευή «αυτοσχέδιων τραγουδιών», το παιδί «χτίζει» τις σχέσεις με τους συνομηλίκους του, ενώ μια στρατηγική μάθησης που καλλιεργεί τη δημιουργία αυτοσχέδιων τραγουδιών είναι η μουσικοπαιδαγωγική θεώρηση του Carl Οrff. Η παρούσα εργασία αποτελεί έρευνα δράσης διάρκειας οκτώ μηνών σε παιδιά προσχολικής ηλικίας που παρακολουθούσαν τμήμα μουσικοκινητικής αγωγής και στοχεύει να αναδείξει τη σημασία του αυτοσχέδιου τραγουδιού που δημιουργείται μέσω της καθοδήγησης του/της εκπαιδευτικού στο μάθημα της μουσικοκινητικής αγωγής Carl Orff, καθώς και να διερευνήσει τους παράγοντες που το καθιστούν αξιόλογη εμπειρία. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από την παρατήρηση και ποιοτική ανάλυση βιντεοσκοπημένων δειγμάτων διδασκαλίας τραγουδιών, από ημι-δομημένες συνεντεύξεις και ημερολόγια, αναφέρονται στις θετικότερες στάσεις και αντιδράσεις των παιδιών απέναντι στην εκτέλεση των αυτοσχέδιων τραγουδιών σε σχέση με διδαγμένα, σε τροποποίηση επιμέρους τομέων της μουσικής και κοινωνικής τους συμπεριφοράς, αλλά και στην εμφάνιση δημιουργικών πτυχών τους. Συνιστάται η ενίσχυση του δημιουργικού ομαδικού αυτοσχεδιασμού και η εφαρμογή της διδασκαλίας αυτοσχέδιων τραγουδιών ως «καλή πρακτική». Τέλος, παρατίθενται προτάσεις για μελλοντική ποσοτική έρευνα σε μεγαλύτερο δείγμα, ώστε να διεξαχθούν ασφαλέστερα συμπεράσματα.
Δημήτρης Θεοδωρακόπουλος, Θεοχάρης Ράπτης & Ειρήνη Νικολάου: Η καλλιέργεια μουσικών και γλωσσικών δεξιοτήτων μέσω της δημιουργικής σύμπραξης των τεχνών σε μαθητές του Δημοτικού (σ.σ. 55-72)
Το παρόν άρθρο παρουσιάζει ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα που έχει ως σκοπό την καλλιέργεια της μουσικής δημιουργικότητας σε μαθητές Δ΄ τάξης Δημοτικού Σχολείου, μέσα από τον συνδυασμό των τεχνών και παράλληλα την ενίσχυση ενός διαπολιτισμικού τρόπου σκέψης. Ειδικότερα, στόχος ήταν η μουσική, η λογοτεχνία, η δημιουργική γραφή και τα εικαστικά να λειτουργήσουν ως εργαλεία, ώστε μέσα από παιγνιώδεις δραστηριότητες, να οδηγήσουν τους μαθητές στο να βιώσουν την διαδικασία δημιουργίας ενός τραγουδιού σε όλα της τα στάδια, από την φάση της έμπνευσης, της κατάθεσης ιδεών, της στιχουργικής και της μελοποίησης. Η έρευνα δράσης έλαβε χώρα σε ένα Δημοτικό Σχολείο της Δυτικής Ελλάδας κατά τους μήνες Απρίλιο και Μάιο του 2019. Η ποιοτική προσέγγιση θεωρήθηκε ως η καταλληλότερη μέθοδος για την προσέγγιση του παιδαγωγικού στόχου, καθώς παρέχει το πλαίσιο για πληρέστερη κατανόηση και ερμηνεία των συναισθημάτων, των εμπειριών και των αξιών των μαθητών. Τα συμπεράσματα δείχνουν ότι οι μαθητές είναι ιδιαίτερα δεκτικοί και δημιουργικοί σε νέους τρόπους παραγωγής μουσικής και λόγου και τα αποτελέσματα ενισχύουν την άποψη ότι η καλλιέργεια της μουσικής δημιουργικότητας μπορεί να επιτευχθεί μέσα από ένα συνδυασμό των τεχνών.
Έλενα Παπαθεράποντος-Κωνσταντίνου & Ζωή Διονυσίου: Εφαρμόζοντας ένα μοντέλο άτυπης μάθησης στη διδασκαλία κυπριακών παραδοσιακών τραγουδιών σε σχολική τάξη πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Κύπρο (σ.σ. 73-93)
Ένας από τους θεμέλιους λίθους της πολιτισμικής ταυτότητας ενός λαού είναι η παραδοσιακή μουσική, η οποία διδάσκεται με εμπειρικό τρόπο, εξ ακοής, και ως προφορική παράδοση μεταφέρεται και μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά. Έρευνα που διεξήχθη σε δημοτικό σχολείο της Κύπρου επιχειρεί να επαναφέρει στο μάθημα της μουσικής την προφορικότητα της παραδοσιακής μουσικής μέσα από την εφαρμογή ενός μοντέλου που έχει βασιστεί σε μεθόδους και στρατηγικές της άτυπης μάθησης (informal learning). Βασικός στόχος ήταν να επανασυστήσει στους συμμετέχοντες μαθητές την παραδοσιακή μουσική της πατρίδας τους, μέσα από την εμπειρική συνεργατική εμπλοκή τους στη μαθησιακή διαδικασία. Η πορεία της διδασκαλίας στηρίχθηκε σε σύγχρονες παιδαγωγικές προσεγγίσεις οι οποίες αποσκοπούν σε μία εκπαίδευση όπου το παιδί είναι στο επίκεντρο της εκπαιδευτικής διαδικασίας και ο δάσκαλος, καθοδηγητής και συμπαραστάτης. Τα οφέλη όπως η μεταβίβαση γνώσης και εμπειριών, η παραδοχή και αποδοχή του λάθους, η διαχείριση του άγχους, η αίσθηση της επίτευξης στόχου, η καλλιέργεια θετικής στάσης για τη μουσική και η ανακάλυψη δυνατοτήτων ήταν μερικά από τα σημαντικά στοιχεία που αποκόμισαν οι μαθητές στις ομάδες φίλων που σχημάτισαν.
Λήδα Στάμου, Δέσποινα Μαρία Μαστροκώστα & Σταύρος Τάχος: Εστιάζοντας στον σπουδαστή της παραδοσιακής μουσικής: Τα χαρακτηριστικά των σπουδαστών ατομικού παραδοσιακού μουσικού οργάνου και οι απόψεις, ανάγκες και επιθυμίες τους για τον καθηγητή του οργάνου και τη διδασκαλία του (σ.σ. 94-113)
Στόχος της παρούσας μελέτης ήταν η μελέτη των χαρακτηριστικών των σπουδαστών ατομικού παραδοσιακού μουσικού οργάνου και η διερεύνηση των αναγκών και των επιθυμιών τους σχετικά με τον δάσκαλό τους στο όργανο και τη διδασκαλία του. Το δείγμα προέρχονταν από την ευρύτερη περιοχή των αστικών κέντρων της βόρειας και δυτικής Ελλάδας, και αποτελούνταν από 236 σπουδαστές παραδοσιακών μουσικών οργάνων, εκ των οποίων 158 ήταν μαθητές μουσικών σχολείων (γυμνασίων και λυκείων) ηλικίας 12 έως 18 ετών, 59 ήταν προπτυχιακοί φοιτητές πανεπιστημιακών μουσικών τμημάτων με ειδίκευση στην παραδοσιακή μουσική και 19 ήταν σπουδαστές ωδείων/μουσικών σχολών. Όλοι οι συμμετέχοντες διδάσκονταν κάποιο παραδοσιακό μουσικό όργανο στο πλαίσιο τακτικού ατομικού μαθήματος. Το βασικό ερευνητικό εργαλείο αποτέλεσε γραπτό ερωτηματολόγιο που κατασκευάστηκε από τους ερευνητές και απαντήθηκε από το σύνολο του δείγματος. Η ομάδα εστίασης (focus group) χρησιμοποιήθηκε ως επιπρόσθετο ερευνητικό εργαλείο, στο οποίο συμμετείχαν 15 μαθητές ενός μουσικού σχολείου του δείγματος. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν σημαντικούς συσχετισμούς του φύλου και της ηλικίας με την επιλογή του παραδοσιακού οργάνου και τις απόψεις των συμμετεχόντων για τον επιθυμητό δάσκαλο και τη διδασκαλία, ενώ αναδύθηκαν ενδιαφέρουσες ομοιότητες και διαφορές ως προς τα παραπάνω μεταξύ των μαθητών μουσικών σχολείων και των φοιτητών/σπουδαστών ωδείων. Τα ευρήματα της έρευνας ανέδειξαν επίσης ως κυρίαρχο θέμα τη σπουδαιότητα που έχει για τους διδασκόμενους στην παραδοσιακή μουσική το να τους δίνεται βήμα να εκφράζουν τις ανάγκες, τις επιθυμίες τους καθώς και τη γνώμη τους για τη διαδικασία και το περιεχόμενο της μάθησής τους.
Εάν επιθυμείτε να λάβετε το περιοδικό σε έντυπη μορφή παρακαλούμε επικοινωνήστε με την Ε.Ε.Μ.Ε.: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. (τιμή τεύχους: 15 €)
Λητώ Φλωράκη: Διδασκαλία και μάθηση του ελληνικού παραδοσιακού βιολιού: από τη ρευστή βιωματική γνώση της προφορικότητας στην τυπική μουσική εκπαίδευση. Προσωπογραφίες τεσσάρων δασκάλων (σ.σ. 7-30)
Από την ένταξη της παραδοσιακής μουσικής στην τυπική μουσική εκπαίδευση τη δεκαετία του 1980 και εξής, επιζητείται να συνδυαστεί γόνιμα η εγγενής προφορικότητα των ελληνικών μουσικών παραδόσεων με την εγγραμματοσύνη που χαρακτηρίζει το σχολικό πλαίσιο – με τις δεξιότητες και ευρύτερες λογικές που καθεμιά εμπεριέχει ως προς τον τρόπο μετάδοσης αλλά και δόμησης της γνώσης – για τις ανάγκες και τους στόχους των νέων συνθηκών διδασκαλίας και μάθησης. Το άρθρο αυτό αφορά συγκεκριμένα στο βιολί, ένα όργανο με παρουσία σε πλήθος ιδιωμάτων των ελληνικών μουσικών παραδόσεων, που εμφανίζει ποικίλες τεχνικές και ρόλους σε σχέση με τη μουσική δράση. Και ενώ ο προβληματισμός της διδασκαλίας του βαρύνει εξολοκλήρου τον δάσκαλο (καθώς δε συνοδεύεται από επισήμως ορισμένο πρόγραμμα σπουδών), η δυτικοευρωπαϊκή παράδοσή του, που διδάσκεται στην Ελλάδα πολλά χρόνια, αποτελεί έναν άλλο πόλο έλξης ως προς τις διδακτικές πρακτικές. Η παρούσα μελέτη πολλαπλών περιπτώσεων διερευνά μέσα από ημιδομημένες συνεντεύξεις τις διδακτικές προσεγγίσεις τεσσάρων δασκάλων παραδοσιακού βιολιού μεγάλης αναγνωρισιμότητας και πολυετούς διδακτικής εμπειρίας (12-24 χρόνια): του Κυριάκου Γκουβέντα, του Γιάννη Ζαρία, της Κωνσταντίνας Κυριαζή και του Γιώργου Μαρινάκη. Οι συγκλίσεις και αποκλίσεις τους αναδεικνύουν αφενός έναν «κοινό τόπο», που θα μπορούσε να αποτελέσει βάση διδασκαλίας για έναν νέο δάσκαλο, και αφετέρου θέματα που χρειάζεται να οριστούν πέρα από αυτήν την κοινή βάση.
Μαρία Χαλκιαδάκη & Μίτσυ Ακογιούνογλου: Μία πιλοτική εφαρμογή του Καθολικού Σχεδιασμού για τη Μάθηση στο μάθημα της Μουσικής στο δημοτικό σχολείο (σ.σ. 31-50)
Στην παρούσα εργασία επιχειρείται η περιγραφή και αξιολόγηση της διαδικασίας μίας πιλοτικής εφαρμογής των αρχών του Καθολικού Σχεδιασμού για τη Μάθηση (ΚΣΜ) στην Ε’ τάξη δημοτικού σχολείου στο μάθημα της Μουσικής. Τα δημοσιευμένα παραδείγματα πρακτικής εφαρμογής του ΚΣΜ στην ελληνική μουσικοπαιδαγωγική πραγματικότητα είναι πολύ περιορισμένα. Για το λόγο αυτό, επιχειρείται μία μεθοδική παρουσίαση του πώς χρησιμοποιήθηκαν και υλοποιήθηκαν οι αρχές και οι κατευθυντήριες γραμμές που προτείνει ο ΚΣΜ για την ισότιμη πρόσβαση στη μάθηση χωρίς αποκλεισμούς, σε κάθε στάδιο του σχεδιασμού και της υλοποίησης της διδασκαλίας. Αντλώντας από την διαδικασία που ακολουθήθηκε σε αυτή την πιλοτική εκπαιδευτική έρευνα, παρουσιάζονται οι στόχοι, η μεθοδολογία, το δείγμα, ο σχεδιασμός μαθημάτων, η διαδικασία εφαρμογής, τα εργαλεία συλλογής δεδομένων, η ανάλυση, καθώς και τα συμπεράσματα που προέκυψαν.
Λήδα Στάμου, Ξανθίππη Αναστασιάδου & Σταύρος Τάχος: Διερεύνηση των επιδράσεων της αλληλοδιδακτικής μεθόδου στην τάξη της μουσικής (σ.σ. 51-77)
Στόχος της παρούσας πιλοτικής έρευνας ήταν να διερευνήσει την επίδραση της αλληλοδιδακτικής μεθόδου στην αυτοεκτίμηση των μαθητών και στη στάση τους απέναντι στο μάθημα μουσικής, στο σχολείο, και στην ίδια τη μέθοδο. Το δείγμα αποτέλεσαν 21 μαθητές Δ’ τάξης δημοτικού σχολείου μικρού αστικού κέντρου στη βόρεια Ελλάδα, που είχαν δασκάλα μουσικής μία εκ των ερευνητών. Η ερευνητική παρέμβαση περιλάμβανε την προετοιμασία και διδασκαλία τεσσάρων μαθημάτων που οργανώθηκαν με βάση τη μέθοδο της αλληλοδιδακτικής και διδάχθηκαν από ζευγάρια μαθητών προς τους συμμαθητές τους στο μάθημα της μουσικής. Η έρευνα ακολούθησε το μοντέλο της μικτής έρευνας, και τα ερευνητικά εργαλεία περιλάμβαναν τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά εργαλεία, και συγκεκριμένα το «Ερωτηματολόγιο Αυτοεκτίμησης του Lawrence» (Κόκκινος, 2002· LAWSEQ, 1981), το «Ερωτηματολόγιο Απόψεων Μαθητών», ομάδες εστίασης, ημι-δομημένες συνεντεύξεις και ημερολόγια (ερευνήτριας και μαθητών). Τα ευρήματα έδειξαν ότι η μέθοδος επηρέασε θετικά τη στάση των μαθητών απέναντι στο σχολείο και την αλληλοδιδακτική μέθοδο και λειτούργησε το ίδιο αποτελεσματικά για όλους τους μαθητές ανεξαρτήτως αν είχαν αναλάβει ρόλο δασκάλου ή μαθητευόμενου. Επιπλέον, σημειώθηκε μία μικρή αύξηση του επιπέδου αυτοεκτίμησης των μαθητών, χωρίς ωστόσο αυτή να εμφανίζεται στατιστικά σημαντική. Σημαντικά θέματα που αναδύθηκαν από την ανάλυση των δεδομένων ήταν (α) η δυσκολία των μαθητών που ανέλαβαν τον ρόλο του δασκάλου να διαχειριστούν το θέμα της αξιολόγησης των συμμαθητών τους στο πλαίσιο της αλληλοδιδακτικής, προκειμένου να μη δημιουργήσουν δυσαρέσκειες, (β) η θετικότητα που άφησε η εμπειρία της αλληλοδιδασκαλίας μέσα τους και στις μεταξύ τους σχέσεις, (γ) η επιθυμία τους για συνέχιση της αλληλοδιδακτικής σε συνδυασμό με την παραδοσιακή διδασκαλία, και (δ) το αίσθημα ευθύνης και συλλογικότητας που αναπτύχθηκε ως αποτέλεσμα της αλληλοδιδακτικής μέσα στην τάξη της μουσικής.
Σάββας Μπαλτήρας & Μαίη Κοκκίδου: Τα μουσικά σύνολα στη σχολική ζωή του Δημοτικού Σχολείου σύμφωνα με τις αντιλήψεις μαθητών και στελεχών της εκπαίδευσης (σ.σ. 78-94)
Ένας από τους πρόσφορους τρόπους για να αποκτήσουν τα παιδιά μουσικές εμπειρίες στο σχολείο είναι οι ομαδικές μουσικές δράσεις. Οι μαθητικές χορωδίες και ορχήστρες προσφέρουν στους μαθητές γνώσεις και κίνητρα για δια βίου ενασχόληση με τη μουσική, ενώ οι συναυλίες των μουσικών συνόλων αποτελούν σημαντικό μέρος της κουλτούρας ενός σχολείου. Αλλά η οργάνωση και δημιουργία μουσικών συνόλων στο πλαίσιο της διδασκαλίας του μαθήματος της μουσικής είναι ένα απαιτητικό και σύνθετο έργο με ιδιαιτερότητες και δυσκολίες αλλά και διακριτά οφέλη. Στόχο της παρούσας έρευνας αποτελεί η εμβάθυνση σε ζητήματα σχετικά με την οργάνωση και λειτουργία μαθητικών μουσικών συνόλων στο Δημοτικό Σχολείο και τις επιδράσεις τους στη σχολική ζωή μέσα από τις αντιλήψεις μαθητών και στελεχών της εκπαίδευσης. Τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν είναι: ερωτηματολόγιο (μαθητές), ομαδικές ημιδομημένες συνεντεύξεις με τους μαθητές και ατομικές δομημένες συνεντεύξεις με στελέχη διοίκησης των σχολικών μονάδων. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας η συμμετοχή στα μουσικά σύνολα αποτελεί μία ευχάριστη εμπειρία, προάγει τη συνεργασία, καλλιεργεί κοινωνικές δεξιότητες, προσφέρει κίνητρα, αναπτύσσει μουσικές δεξιότητες και ωφελεί τη δημόσια εικόνα του σχολείου.
Θεοχάρης Ράπτης: Μουσική αγωγή και δάσος: Από την αισθητική στην αισθητηριακή αγωγή και από την τεχνική στην τέχνη (σ.σ. 95-106)
Στην εργασία εξετάζεται η σχέση της μουσικής αγωγής με το δάσος σε έναν ιστορικό και, παράλληλα, σε ένα συστηματικό άξονα. Αρχικά γίνεται αναφορά στο συμβολικό φορτίο του δάσους και στους τρόπους που το φορτίο αυτό επηρέασε τη μουσική αγωγή κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα σε ένα μεγάλο μέρος της Ευρώπης και ιδιαίτερα στη Γερμανία. Η μουσική αγωγή στο δάσος και με θέμα το δάσος έγινε σταδιακά όργανο προπαγάνδας πολλών φασιστικών καθεστώτων. Ως αντίδραση στις παραπάνω τάσεις, από τα μέσα του 20ου αιώνα ακολούθησε ένας επαναπροσανατολισμός της μουσικής αγωγής προς μια κατεύθυνση συστηματικής καλλιέργειας των αντιληπτικών ικανοτήτων του παιδιού. Στο πλαίσιο αυτής της αισθητικής ως αισθητηριακής αγωγής, όπου το αντικείμενο της μουσικής αγωγής διευρύνεται για να περιλάβει και τους ήχους, το δάσος αποτελεί ένα προνομιακό χώρο δράσης, ιδιαίτερα για τις μικρές ηλικίες. Τέλος, πλησιάζοντας στην εποχή μας, το ενδιαφέρον στρέφεται στα δασικά νηπιαγωγεία και πιο συγκεκριμένα στα πορίσματα μιας έρευνας που αφήνει να διαφανεί η σημασία τους για τη μουσική αγωγή των παιδιών μέσα από την ενίσχυση κυρίως της δημιουργικότητας και της φαντασίας. Με τον τρόπο αυτό καταδεικνύεται ότι η μουσική θα πρέπει να αντιμετωπίζεται από τους παιδαγωγούς και τους φορείς μουσικής αγωγής ως τέχνη και όχι απλώς ως τεχνική.
Δήμητρα Κωτσοπούλου & Ζωή Διονυσίου: Η άτυπη μάθηση της μουσικής σε τρεις μαχαλάδες των Ρομά: Λάρισα, Φάρσαλα, Νέα Ηράκλεια Σερρών (σ.σ. 107-120)
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον σχετικά με τις άτυπες μορφές μάθησης της μουσικής, οι οποίες λαμβάνουν χώρα εκτός σχολικής τάξης και εκτός θεσμικού εκπαιδευτικού πλαισίου. Στο παρόν άρθρο εστιάζουμε στην ανάδειξη των πτυχών της άτυπης μάθησης, που ακολουθούν οι μικροί Ρομά ερχόμενοι σε επαφή με τη μουσική μέσα στον «μαχαλά», χώρο παραγωγής πολιτισμού για τους ίδιους. Συγκεκριμένα η παρούσα έρευνα προσεγγίζει την άτυπη μάθηση της μουσικής στον χώρο του μαχαλά, σε τρεις περιοχές της Ελλάδας: στη Λάρισα (Νέα Σμύρνη), στα Φάρσαλα, και στη Νέα Ηράκλεια Σερρών. Θα επιχειρήσουμε να αναλύσουμε την επιλογή των άτυπων διαδικασιών στη μουσική εκπαίδευση των Ρομά, την έμφυλη χροιά της ενασχόλησης με τα μουσικά όργανα, καθώς και τις προοπτικές μελλοντικής διατήρησης της μουσικής οικογενειακής τους παράδοσης. Συνεκτιμώντας πτυχές της έρευνας σχετικά με την πρακτική εκμάθηση των μουσικών οργάνων των λαϊκών οργανοπαικτών, η έρευνα αυτή επιχειρεί να συνδέσει τους Ρομά με την άτυπη μάθηση ως μουσικοπαιδαγωγική προσέγγιση.
Εάν επιθυμείτε να λάβετε το περιοδικό σε έντυπη μορφή παρακαλούμε επικοινωνήστε με την Ε.Ε.Μ.Ε.: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. (τιμή τεύχους: 15 €)
Μαρία Χαλκιαδάκη & Μίτσυ Ακογιούνογλου: Γνωριμία με τις αρχές του Καθολικού Σχεδιασμού στο μάθημα της μουσικής: ένας σχεδιασμός για όλους (σ.σ. 7-27)
Η παρούσα εργασία αποτελεί μία πρώτη γνωριμία με το πλαίσιο του Καθολικού Σχεδιασμού για τη Μάθηση, μία φιλοσοφία και ένα διδακτικό μοντέλο που αναπτύχθηκε για να ανταποκριθεί στις ανάγκες της ποικιλομορφίας και πολυπολιτισμικότητας της σημερινής τάξης. Μέσα από μία πιλοτική εφαρμογή των αρχών του Καθολικού Σχεδιασμού στο μάθημα της μουσικής σε τάξη σχολείου πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, επιχειρείται μία πρώτη γνωριμία με την διαδικασία δημιουργίας αναλυτικών πλάνων, στηριγμένων στο στοιχείο της πολλαπλότητας στους τρόπους παρουσίασης του υλικού, συμμετοχής, δράσης και έκφρασης των μαθητών και αξιολόγησης της μάθησης. Ο Καθολικός σχεδιασμός για τη μάθηση, ως μαθητοκεντρικό διδακτικό πλαίσιο, εστιάζει κατά κύριο λόγο στην εκ των προτέρων οργάνωση του μαθήματος, μέσα από αναλυτικά πλάνα που ακολουθούν συγκεκριμένες αρχές και κατευθυντήριες γραμμές, με στόχο να απευθύνεται σε όλους τους μαθητές στην τάξη, ανεξαρτήτως ικανοτήτων, δεξιοτήτων και ιδιαιτεροτήτων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να ενσωματώνει στο σχεδιασμό την έννοια της συμπερίληψης, να εμπλέκει ισότιμα όλους τους μαθητές στη διαδικασία της μάθησης και να καθιστά τη μάθηση προσβάσιμη για όλους. Το μάθημα της μουσικής προσφέρεται για την εφαρμογή του Καθολικού Σχεδιασμού, καθώς η ίδια η μουσική αποτελεί ένα πολυαισθητηριακό μέσο εμπλοκής, συμμετοχής και δράσης για τους μαθητές. Στην παρούσα μελέτη παρατίθεται ένα πλάνο μαθήματος μουσικής καθώς και η αντιστοίχιση όλων των προτεινόμενων δράσεων σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές, ώστε να αποτελέσει έναν πρώτο οδηγό για τον μουσικοπαιδαγωγό που επιθυμεί να γνωρίσει την στρατηγική σχεδιασμού των μαθημάτων.
Γιάννης Μυγδάνης & Μαίη Κοκκίδου: Το μάθημα «Θεωρία της Μουσικής» στην ωδειακή εκπαίδευση: μία πρώτη επισκόπηση του πεδίου και αποτίμηση της σημερινής πραγματικότητας (σ.σ. 28-48)
Το μάθημα «Θεωρία της Μουσικής» διδάσκεται σε όλα τα ωδεία και όλες τις μουσικές σχολές στην Ελλάδα. Το ισχύον πρόγραμμα σπουδών (Β.Δ.11.11.57, ΦΕΚ 229/Α/57) παραθέτει με πολύ συνοπτικό τρόπο κάποιες κατευθυντήριες γραμμές κυρίως για την οργάνωση του περιεχομένου του μαθήματος και παραμένει αμετάβλητο για περισσότερα από 60 χρόνια. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην συνάδει με τις σύγχρονες προσεγγίσεις στο πεδίο της μουσικής παιδαγωγικής. Σκοπός της παρούσας έρευνας αποτελεί η διερεύνηση και αποτίμηση του πλαισίου διδασκαλίας-μάθησης του εν λόγω μαθήματος στα ωδεία και τις μουσικές σχολές. Για τον σκοπό αυτό, πραγματοποιήθηκε μία ποιοτική έρευνα με δύο εργαλεία: κριτική αποδόμηση του ισχύοντος προγράμματος και ημιδομημένες συνεντεύξεις με εν ενεργεία εκπαιδευτικούς που διδάσκουν το μάθημα της «Θεωρίας της Μουσικής». Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας διαπιστώνεται η ανάγκη για αναθεώρηση του προγράμματος καθώς στη σημερινή εποχή έχουν μετασχηματισθεί ριζικά οι μουσικές εμπειρίες, οι πρακτικές και οι όροι της μουσικής κατάρτισης. Ωστόσο, διαφάνηκε ότι οι διδάσκοντες του μαθήματος μουσικής, παρόλο που δηλώνουν μη ικανοποιημένοι από το ισχύον πλαίσιο, δεν εκφράζουν ουσιαστική επιθυμία για αλλαγή. Σε αυτή την τάση για συντήρηση της υπάρχουσας κατάστασης, φαίνεται ότι κάθε πρόταση για μουσικοπαιδαγωγικό-εκπαιδευτικό ανασχεδιασμό για το μάθημα της «Θεωρίας της Μουσικής» –αλλά και για τη συνολική ωδειακή εκπαίδευση– πρέπει να βασιστεί σε ερευνητικά ευρήματα και στη συστηματική μουσικοπαιδαγωγική επιμόρφωση των διδασκόντων.
Ζωή Διονυσίου: H επικοινωνιακή μουσικότητα στα ελληνικά παραδοσιακά παιχνιδοτράγουδα (σ.σ. 49-68)
Το μουσικό παιχνίδι είναι μία μουσική έκφραση που προέρχεται κατεξοχήν από τα ίδια τα παιδιά, ακολουθώντας τη δομή και τα χαρακτηριστικά του ελεύθερου παιχνιδιού. Είναι έκφραση της μουσικής κουλτούρας των παιδιών που παραπέμπει στις μουσικές παραδόσεις κοινοτήτων, ενώ ταυτόχρονα περιλαμβάνει πολλά στοιχεία αυτοσχεδιασμού και προσωπικής έκφρασης. Στο άρθρο εστιάζουμε σε ελληνικά παραδοσιακά μουσικά παιχνίδια, που συχνά αναφέρονται και ως παιχνιδοτράγουδα, προτείνοντας μία κατηγοριοποίησή τους, με βάση κυρίως τη χρήση τους από τους συμμετέχοντες. Σκοπός της μελέτης είναι να εξεταστεί ένα δείγμα της προτεινόμενης κατηγοριοποίησης παιχνιδοτράγουδων υπό το πρίσμα της θεωρίας της επικοινωνιακής μουσικότητας, που αναδεικνύει την διυποκειμενικότητα μέσω του μουσικού παιχνιδιού. Η εξέταση του υλικού υπό το πρίσμα της επικοινωνιακής μουσικότητας δείχνει ότι τα παιχνίδια αυτά αποτελούν ένα υλικό μύησης και εξοικείωσης των παιδιών με τη μουσική και πολιτισμική τους κουλτούρα, δηλαδή με το ηχητικό, γλωσσικό, μουσικό και πολιτισμικό περιβάλλον της οικογένειας και της κοινωνίας τους.
Σπυριδούλα Ευθυμίου: Ο εκπαιδευτικός προσχολικής αγωγής ως ενήλικας εκπαιδευόμενος: παράγοντες που συντελούν στην αποτελεσματικότητα της δια βίου μουσικοπαιδαγωγικής του εκπαίδευσης (σ.σ. 69-84)
Οι ευρύτερες αλλαγές και ανακατατάξεις που συντελούνται στο χώρο της εκπαίδευσης με την εισαγωγή καινοτομιών και την ανανέωση της διδακτικής και εκπαιδευτικής πράξης καθιστούν αναγκαίο τον εκσυγχρονισμό των γνώσεων και των δεξιοτήτων των εκπαιδευτικών στο διδακτικό και παιδαγωγικό τομέα. Η διαρκής επιμόρφωση αναγνωρίζεται πλέον ως αυτονόητο και αναπόσπαστο μέρος της επαγγελματικής τους ανέλιξης και συνδέεται με την αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Δεδομένου ότι κανένα πρόγραμμα αρχικής εκπαίδευσης, όσο ποιοτικό και αν είναι, δεν μπορεί από μόνο του να είναι υπεύθυνο για τη δια βίου γνώση και ικανότητα των εκπαιδευτικών προσχολικής αγωγής να προάγουν τη μουσική ανάπτυξη των μαθητών τους και την παραγωγική μάθηση, είναι αναγκαίο η επιμόρφωση να βιωθεί από τους ίδιους και να αντιμετωπιστεί από τους φορείς εκπαιδευτικής πολιτικής ως μια διαρκής προτεραιότητα. Η βελτιστοποίηση της παρεχόμενης εκπαίδευσης των επιμορφωτικών προγραμμάτων στο μουσικοπαιδαγωγικό τομέα αποτελεί επιτακτική ανάγκη για την επιτυχή τους έκβαση. Οι πιθανές προς αξιολόγηση διαστάσεις αυτού του θέματος είναι πολλές. Στο άρθρο αυτό θα παρουσιαστούν οι παράγοντες που είναι δυνατόν να συμβάλλουν, ώστε η μαθησιακή διεργασία της επιμόρφωσης, στην οποία συμμετέχουν οι εκπαιδευτικοί προσχολικής αγωγής ως ενήλικοι εκπαιδευόμενοι, να είναι καίρια. Οι παράγοντες αυτοί σχετίζονται με θέματα που αφορούν τόσο ζητήματα σχεδιασμού, οργάνωσης και περιεχομένου των επιμορφωτικών προγραμμάτων όσο και ζητήματα σχέσεων μεταξύ των ενηλίκων, επιμορφωτών και επιμορφούμενων, που συμμετέχουν σε αυτά.
'Αννυ Τζούμα: Η παρεγκεφαλίδα στην κινητική εκμάθηση και πιανιστική τεχνική (σ.σ. 85-103)
Οι επαγγελματίες μουσικοί αφιερώνουν μεγάλο μέρος της καθημερινότητάς τους στην εξάσκηση, προκειμένου να επιτύχουν ένα υψηλό επίπεδο δεξιοτεχνίας και να ξεπεράσουν κάθε τεχνικό εμπόδιο. Με τη μελέτη του εγκεφάλου μέσω της Νευροεπιστήμης, είναι πλέον δυνατόν να αποσαφηνιστούν διάφοροι παράμετροι της μουσικής αντίληψης και παραγωγής, οδηγώντας σε έναν τρόπο αποδοτικότερης μελέτης μέσα από τεκμηριωμένα επιστημονικά ευρήματα. Έτσι, το παρόν άρθρο εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο επιτυγχάνεται το υψηλό επίπεδο δεξιοτεχνίας στους επαγγελματίες μουσικούς, θέτοντας ως βάση εκκίνησης την εκμάθηση ενός κινητικού έργου και πώς αυτό μπορεί να τελειοποιηθεί μέσα από τους μηχανισμούς της παρεγκεφαλίδας.
Μαρία Χατζηλάμπρου: Οι απόψεις των εκπαιδευτικών μουσικής για τις έννοιες «μουσική» και «μουσική εκπαίδευση» και η εφαρμογή της Αισθητικής Θεωρίας και της Πραξιακής Φιλοσοφίας στο σχολικό μάθημα μουσικής (σ.σ. 104-128)
Στο παρόν άρθρο διατυπώνονται οι απόψεις των εκπαιδευτικών μουσικής για τη «μουσική» και τη «μουσική εκπαίδευση» ως έννοιες, και το ερευνητικό ενδιαφέρον εστιάζεται στην εφαρμογή αρχών και πρακτικών των δύο βασικών φιλοσοφικών προσεγγίσεων της μουσικής εκπαίδευσης, της Αισθητικής Θεωρίας και της Πραξιακής Φιλοσοφίας, στο σχολικό μάθημα μουσικής. Παράλληλα, σκιαγραφείται το περιεχόμενο και ο τρόπος διεξαγωγής του σημερινού σχολικού μαθήματος μουσικής, καθώς και οι παράγοντες που διαμορφώνουν την επιλογή των χρησιμοποιούμενων πρακτικών των εκπαιδευτικών του δείγματος. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε το ακαδημαϊκό έτος 2015-2016 στο πλαίσιο της εκπόνησης διπλωματικής μεταπτυχιακής εργασίας μου στις Επιστήμες της Αγωγής, με κατεύθυνση τη Μουσική Παιδαγωγική του Πανεπιστημίου Λευκωσίας. Συλλέχθηκαν δεδομένα από έξι μόνιμα διορισμένους εκπαιδευτικούς μουσικής του νομού Λασιθίου Κρήτης μέσω της ημιδομημένης συνέντευξης και της μη συμμετοχικής παρατήρησης μαθημάτων τους. Τα αποτελέσματα κατέδειξαν τη σύνδεση της μουσικής με την ανάδυση συναισθημάτων κατά την ακρόασή της, τον προσανατολισμό της εκπαίδευσης προς μια μορφή αισθητικής καλλιέργειας των μαθητών, την εφαρμογή της Αισθητικής Θεωρίας μέσω της ακρόασης ηχογραφημένης μουσικής και της εκμάθησης της ευρωπαϊκής σημειογραφίας, καθώς και της Πραξιακής Φιλοσοφίας μέσω του τραγουδιού ως κεντρικών δραστηριοτήτων. Ο εκπαιδευτικός, κάποιες εξωτερικές παράμετροι αλλά και η εκπαιδευτική πολιτική του ΥΠΠΕΘ, αποτελούν παράγοντες που επηρεάζουν την επιλογή των χρησιμοποιούμενων πρακτικών και διαμορφώνουν το σχολικό μάθημα μουσικής.
Εάν επιθυμείτε να λάβετε το περιοδικό σε έντυπη μορφή παρακαλούμε επικοινωνήστε με την Ε.Ε.Μ.Ε.: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. (τιμή τεύχους: 15 €)
Σημείωμα των διευθυντριών σύνταξης
Μαίη Κοκκίδου, Μαρία Τσαλίκη & Ξανθίππη Αναστασιάδου: Το Μουσικό Βίντεο στο Μάθημα της Μουσικής: έρευνα δράση (σ.σ. 7-22)
Στη σύγχρονη ψηφιακή εποχή, η ανατροπή της παραδοσιακής έννοιας του μουσικού γραμματισμού έχει οδηγήσει σε νέα είδη γραμματισμού, μεταξύ των οποίων είναι ο πολυτροπικός γραμματισμός και ο γραμματισμός για το μουσικό βίντεο. Ωστόσο, δεν έχουν αναπτυχθεί μουσικοπαιδαγωγικές προσεγγίσεις και μεθοδολογικά εργαλεία για την ένταξη και αξιοποίηση των μουσικών βίντεο στο μάθημα της μουσικής. Σε αυτό το πλαίσιο προβληματισμού, σχεδιάστηκε και εκπονήθηκε μία έρευνα δράσης που βασίστηκε στο πρωτότυπο project «Φίλοι: Εγώ κι Εσύ Μαζί» (Αναστασιάδου & Τσαλίκη, 2015). Σκοπός της έρευνας ήταν η διερεύνηση των στάσεων και των αντιλήψεων των μαθητριών/μαθητών αναφορικά με τη χρήση οπτικοακουστικού υλικού, και συγκεκριμένα του μουσικού βίντεο, στο μάθημα της μουσικής. Επίσης, διερευνήθηκε ο ρόλος του μουσικού βίντεο στις καθημερινές μουσικές εμπειρίες των παιδιών εντός και εκτός σχολείου. Το δείγμα αποτέλεσαν 60 μαθήτριες/μαθητές της ΣΤ’ τάξης δημόσιου δημοτικού σχολείου σε μεγάλο αστικό κέντρο της Βόρειας Ελλάδας. Τα ερωτηματολόγια ανοικτού τύπου, τα portfolios των μαθητών και το ημερολόγιο της εκπαιδευτικού-ερευνήτριας αποτέλεσαν τα μεθοδολογικά εργαλεία για τη συλλογή των ποιοτικών και ποσοτικών δεδομένων. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, οι μαθήτριες/μαθητές βρίσκουν ενδιαφέρουσα, ευχάριστη και πρωτότυπη τη χρήση μουσικού βίντεο στο μάθημα της μουσικής, ωστόσο δεν το αντιλαμβάνονται ως μέσο ανάπτυξης μουσικών γνώσεων και δεξιοτήτων. Αναδύθηκε ξεκάθαρα η τάση των μαθητών να αναζητούν την οπτικοακουστική εμπειρία της μουσικής και να επιλέγουντο μουσικό βίντεο ως μέσο για μουσική ακρόαση στην καθημερινότητά τους. Επιπρόσθετα, το μουσικό βίντεο φαίνεται ότι αυξάνει το ενδιαφέρον των μαθητών για το μάθημα της μουσικής.
Μαρία Παπαζαχαρίου-Χριστοφόρου: Δημοκρατικότητα στη μουσική μάθηση: Μελέτη περίπτωσης της ενσωμάτωσης άτυπων διαδικασιών μουσικής μάθησης σε σχολική τάξη Δημοτικού Σχολείου στην Κύπρο (σ.σ. 23-42)
Η μουσική εκπαίδευση στον 21ο αιώνα οραματίζεται τη συμπερίληψη και ενεργή εμπλοκή όλων χωρίς εξαίρεση των παιδιών στη μουσική πράξη. Η δημιουργία κριτικά σκεπτόμενων δημοκρατικών πολιτών οι οποίοι θα αναπτύξουν μια δια βίου σχέση με τη μουσική εμπλοκή μέσα από την οποία θα μπορούν να αναπτύσσονται ολιστικά, να εκφράζονται, να κοινωνικοποιούνται και να δημιουργούν αποτελούν τον κυριότερο σκοπό του μαθήματος μουσικής στα προγράμματα σπουδών του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού της Κύπρου (2010). Οι έρευνες έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους στην διερεύνηση παιδαγωγικών πρακτικών οι οποίες σέβονται τις μουσικές ταυτότητες των παιδιών και δίνουν στους μαθητές ευκαιρίες αυτομόρφωσης και αυτονομίας. Τα αξιόλογα αποτελέσματα της έρευνας της Green (2008) με το πρόγραμμα ‘Musical Futures’ με προσανατόλισαν ερευνητικά στην σε βάθος μελέτη της ενσωμάτωσης άτυπων διαδικασιών μουσικής μάθησης σε Ε΄ τάξη δημοτικού σχολείου στην Κύπρο. Έχω εκπονήσει μελέτη περίπτωσης της ομάδας των παιδιών της τάξης και παράλληλα τη μελέτη τεσσάρων περιπτώσεων παιδιών από την ίδια ομάδα με διαφορετικά μαθησιακά προφίλ. Η σε βάθος μελέτη και ανάλυση των αντιλήψεων, των σκέψεων, των συναισθημάτων και των συμπεριφορών των μαθητών για την προσέγγιση αυτή μέσα από πολυδιάστατα ποιοτικά δεδομένα, έχει δείξει ότι η ενσωμάτωση άτυπων διαδικασιών μουσικής μάθησης τους παρείχε ένα δημοκρατικό πλαίσιο μάθησης μέσα στο οποίο ανέπτυξαν μουσικές και εξωμουσικές δεξιότητες και γνώσεις. Ανταποκρίθηκαν θετικά και με μεγάλο ενθουσιασμό στην αυτονομία που τους δόθηκε, συνεργάστηκαν αρμονικά με τους φίλους τους και πέτυχαν να εκτελέσουν τη μουσική που επέλεξαν ξεπερνώντας τα μουσικά προβλήματα που αντιμετώπισαν, με συλλογική εργασία.
Ξένια Θεοδωρίδου: Από τις Kinderszenen op.15 του R. Schumann στα Bilder der Kindheit της L. Auerbach: Η ευαίσθητη ματιά των συνθετών για τον κόσμο των παιδιών μέσα από συλλογές πιάνου. Προτάσεις για διδασκαλία μορφολογίας και μουσικού νοήματος (σ.σ. 43-63)
Στο παρόν άρθρο1 παρατίθεται μία πρόταση για μορφολογική και αφηγηματική ανάλυση, μέσα από το παράδειγμα δύο επιλεγμένων έργων της ειδολογικής κατηγορίας της συλλογής για πιάνο για ή σχετικά με τα παιδιά. Ως πρόταση διδασκαλίας, αφορά το μάθημα μορφολογίας σε Ωδεία ή σε Μουσικά Σχολεία, όπου προτείνεται να συμπεριληφθεί ως διδακτικό περιεχόμενο και ο δομικός τύπος της πρότασης (sentence). Η παρούσα προσέγγιση προτείνεται και για ατομικό μάθημα πιάνου, ανάλογα με το μουσικό υπόβαθρο των μαθητών. Αφορά τα εισαγωγικά κομμάτια από τις Kinderszenen (1838) του R. Schumann και τα Bilder der Kindheit (2008) της L. Auerbach, συλλογή που σε σημαντικό βαθμό μπορεί να θεωρηθεί επιγονική της πρώτης. Οι δύο συλλογές παρουσιάζονται συνοπτικά και συγκριτικά ως προς δομικά και αφηγηματικά στοιχεία ενότητας και αναλυτικά ως προς τα επιλεγμένα κομμάτια (τίτλοι και νοηματικό περιεχόμενο, διαδοχή τονικοτήτων, ύπαρξη κοινών μοτιβικών πυρήνων). Η ανάλυση χρησιμοποιεί τη μελέτη του William E. Caplin για το κλασικό ύφος και στοιχεία της αφηγηματολογικής θεωρίας, με στήριξη ειδικά στον Byron Almen.
Ρία Γεωργιάδου: Νοερή Εξάσκηση. Από τον Αθλητισμό στη Μουσική: Εφαρμογές, Δυνατότητες, Προοπτικές (σ.σ. 64-85)
Η νοερή εξάσκηση αναπτύχθηκε στο πλαίσιο της αθλητικής ψυχολογίας και εφαρμόζεται συστηματικά στον αθλητισμό κυρίως για την βελτιστοποίηση της μαθησιακής διαδικασίας και της επίδοσης. Οι αθλητές ανάλογα με το επιθυμητό αποτέλεσμα (αυτοματοποίηση δεξιοτήτων, απόδοση, αυτοσυνειδητότητα, ρύθμιση επιπέδου διέγερσης, ανάπτυξη κινήτρων κ.λπ.) χρησιμοποιούν την κατάλληλη τεχνική νοερής εξάσκησης. Ο όρος είναι ευρύτατα διαδεδομένος και συναντάται σε όλα τα πεδία και περιπτώσεις όπου απαιτείται βέλτιστη απόδοση σε προσδιορισμένο χρόνο (Eberspächer et al., 2002). Η νοερή εξάσκηση βρίσκει εφαρμογή σε πεδία όπως η ιατρική και ιδιαίτερα η χειρουργική, η οδοντιατρική και η ιατρική και φυσική αποκατάσταση, η αεροπορία, η επαγγελματική στρατιωτική εκπαίδευση. Στον τομέα της μουσικής ως γενικός όρος έχει ιδιαίτερα θετικό πρόσημο, αποτελεί σταθερό μέρος του λεξιλογίου ενός μουσικού και είναι ως έννοια συνυφασμένη με τις διαδικασίες εκμάθησης και εκτέλεσης. Πέραν αυτού διαπιστώνεται ωστόσο ότι δεν υπάρχει κοινή κατανόηση στον ευρύτερο χώρο της μουσικής και μουσικής παιδαγωγικής ως προς το τι ακριβώς σημαίνει η νοερή εξάσκηση, πότε εφαρμόζεται και ποιες τεχνικές μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Αντιθέτως όταν χρησιμοποιείται, τείνει να χρησιμοποιείται κατά βούληση ανάλογα με το υπόβαθρο, την παιδεία και τις προσωπικές αισθητηριακές προτιμήσεις του κάθε μουσικού (Haddon, 2007). Με έναυσμα το παράδειγμα του αθλητισμού, το παρόν άρθρο επιχειρεί να ενημερώσει για τις δυνατότητες, τις τεχνικές και τους τρόπους εφαρμογής της νοερής εξάσκησης στην μουσική, να ενθαρρύνει τον μουσικό ερμηνευτή/εκτελεστή και παιδαγωγό στην συστηματικότερη ενασχόλησή του με αυτήν, να συνεισφέρει σε μία πιο ολοκληρωμένη και μεθοδική προσέγγιση της νοερής εξάσκησης από τον μουσικό κόσμο και να συμβάλλει στην ένταξή της στα μουσικοεκπαιδευτικά προγράμματα σπουδών.
Γιάννης Μυγδάνης & Μαίη Κοκκίδου: MOOCs και μουσική εκπαίδευση: Μια πρώτη μελέτη περίπτωσης και προβληματισμοί (σ.σ. 86-104)
Τα Μαζικά Ανοιχτά Διαδικτυακά Μαθήματα (Massive Open Online Courses, MOOCs) αποτελούν μία πρόσφατη πρόταση στον χώρο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και η απήχησή τους στον παγκόσμιο εκπαιδευτικό χάρτη αυξάνεται εκθετικά. Βασίζονται στη χρήση νέων τεχνολογιών και έχουν τη δυνατότητα να απευθύνονται σε μεγάλους πληθυσμούς. Η πλειονότητα των MOOCs αναπτύσσεται από γνωστά πανεπιστήμια που προσφέρουν τα μαθήματά τους σε ειδικά διαμορφωμένες πλατφόρμες και καλύπτουν ένα ευρύ γνωστικό φάσμα. Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι τα MOOCs αποτελούν επανάσταση στο χώρο της εκπαίδευσης ενώ άλλοι είναι πιο επιφυλακτικοί και εκφράζουν ανησυχίες σχετικά με τις μαθησιακές εμπειρίες που παρέχουν. Στο πεδίο της μουσικής εκπαίδευσης παρέχονται MOOCs από διαφορετικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, με ποικίλο περιεχόμενο και με έμφαση στη μουσική τεχνολογία. Άτομα από διαφορετικά σημεία του πλανήτη, ανεξαρτήτως μουσικού υποβάθρου έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθούν αυτά τα μαθήματα, στις περισσότερες περιπτώσεις με τον δικό τους μαθησιακό ρυθμό. Σκοπός της παρούσας μελέτης αποτελεί η διερεύνηση της φιλοσοφίας και του τρόπου διάρθρωσης των MOOCs στο πεδίο της μουσικής εκπαίδευσης. Μετά από ενδελεχή έρευνα εντοπίστηκαν αρκετές εκατοντάδες μουσικά MOOCs από τα οποία επιλέχθηκαν 110 από τις πιο δημοφιλείς πλατφόρμες, βάσει της επισκεψιμότητας αυτών, όπου συγκρότησαν και το δείγμα της έρευνας. Σε αυτό το υλικό εξετάστηκε το πλαίσιο πραγματοποίησης των μαθημάτων, το παιδαγωγικό μοντέλο που χρησιμοποιείται, το πρόγραμμα σπουδών, οι διδακτικές προσεγγίσεις και οι μορφές αξιολόγησης. Στη συζήτηση αναπτύσσονται συνοπτικά κάποιοι προβληματισμοί αναφορικά με την παροχή γνώσης και την αποτελεσματικότητα αυτής της νέας μορφής μουσικής μάθησης.
Εάν επιθυμείτε να λάβετε το περιοδικό σε έντυπη μορφή παρακαλούμε επικοινωνήστε με την Ε.Ε.Μ.Ε.: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. (τιμή τεύχους: 15 €)
Σημείωμα των διευθυντριών σύνταξης
Στο 14ο τεύχος των Μουσικοπαιδαγωγικών έχουμε τη χαρά να φιλοξενούμε έξι άρθρα που προέρχονται από ένα εύρος ερευνητικών κατευθύνσεων της μουσικής παιδαγωγικής. Είμαστε στην ευχάριστη θέση να βλέπουμε το πεδίο της μουσικής παιδαγωγικής -το οποίο υπηρετεί το περιοδικό- να διευρύνεται σε πολλούς τομείς, που αφορούν την ιστορική έρευνα, τα σύγχρονα αναλυτικά προγράμματα, τη διδακτική των οργάνων, και τη μουσική στην προσχολική ηλικία. ...
Ευχόμαστε καλή ανάγνωση.
Οι διευθύντριες σύνταξης των Μουσικοπαιδαγωγικών,
Ζωή Διονυσίου & Μαίη Κοκκίδου
Αθηνά Φυτίκα & Ζωή Διονυσίου: Σχεδιάζοντας συναυλίες για παιδιά προσχολικής ηλικίας (σσ. 7-29)
Το παρόν άρθρο παρουσιάζει ένα ερευνητικό project που αφορούσε τη διοργάνωση μιας σειράς συναυλιών, οι οποίες σχεδιάστηκαν για βρέφη και νήπια από 6 μηνών έως 6 χρονών. Οι συναυλίες προσφέρθηκαν από το Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου με στόχο να δημιουργηθεί ένα εναλλακτικό και άτυπο συναυλιακό περιβάλλον, ώστε τα παιδιά και οι γονείς τους να μπορούν να ακούσουν προσεκτικά, να συνδεθούν με τη μουσική και το συναυλιακό περιβάλλον, και να εκφραστούν κατά βούληση στο άκουσμα της μουσικής. Αυτός ο σχεδιασμός μας επέτρεψε να παρατηρήσουμε και να ελέγξουμε τα διαφορετικά επίπεδα συμπεριφοράς και αντίδρασης του κοινού, όπως την αλληλεπίδραση μεταξύ των παιδιών, μεταξύ των παιδιών και των γονιών τους, μεταξύ των παιδιών και των μουσικών, την προσήλωση και τη συγκέντρωση των παιδιών στη μουσική, την εκδήλωση των συναισθημάτων τους κ.λπ. Τόσο για το σχεδιασμό του προγράμματος, όσο και για την πραγματοποίηση της ερευνητικής παρατήρησης, λάβαμε υπόψη μας ευρήματα από προϋπάρχουσες έρευνες που αφορούσαν την αντίληψη της μουσικής στην προσχολική ηλικία.
Ευαγγελία Κ. Μητρογιάννη: Η Μέθοδος Μαλιάρα για τη μουσική στο σχολείο (σσ. 30-44)
Η μέθοδος Μαλιάρα για τη μουσική στο σχολείο, από το Νηπιαγωγείο μέχρι και το Λύκειο, εφαρμόζεται για πάνω από είκοσι χρόνια σε ένα ιδιωτικό εκπαιδευτήριο στην Ελλάδα. Τα παιδιά που μετέχουν αυτού του συστήματος μπορούν να φτάσουν σε ένα υψηλό επίπεδο μουσικής κατάρτισης, ως προς τη μουσική ανάγνωση και εκτέλεση αυτής σε μονόφωνο πνευστό μουσικό όργανο (σοπράνο και τενόρο, ή άλτο και μπάσο φλάουτο με ράμφος), αποτελώντας έτσι σταδιακά μέλη μιας ολοένα και πιο «απαιτητικής» πολυφωνικής σχολικής ορχήστρας. Στην παρούσα εργασία η μέθοδος Μαλιάρα παρουσιάζεται κατά αντιπαραβολή με τη διεθνώς αναγνωρισμένη μέθοδο Kodály και συγκρίνεται με τωρινά δεδομένα της Μουσικής Παιδαγωγικής Επιστήμης σε επίπεδο Αναπτυξιακής Ψυχολογίας και Νευροεπιστημών.
Μαρία Τσαλίκη: Διερεύνηση του Νέου Προγράμματος Σπουδών Μουσικής ως προς την ανάπτυξη της περιβαλλοντικής συνείδησης των μαθητών (σσ.45-57)
Η σύνδεση της μουσικής εκπαίδευσης με την κοινωνία και την πραγματικότητα δεν θα μπορούσε να παραλείπει τη σύνδεση του ανθρώπου με το περιβάλλον του, γεγονός που αποτελεί και έναν από τους στόχους που θέτει το Νέο Πρόγραμμα Σπουδών Μουσικής (ΝΠΣΜ). Ο οικολογικός γραμματισμός στο πλαίσιο του μαθήματος της μουσικής, αν και σε χαμηλό επίπεδο ακόμα, κρίνεται απαραίτητος για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής του ανθρώπου και τη βιωσιμότητα του πλανήτη. Η μουσική μπορεί να προσφέρει μοναδικές ευκαιρίες για να βοηθήσει στη σύνδεση του ανθρώπου με το περιβάλλον του και τον τόπο του, κυρίως λόγω των συναισθηματικών αντιδράσεων που προκαλεί, λόγω του ότι η ίδια η φύση περιέχει πολλά στοιχεία της μουσικής, λόγω του ότι η μουσική δημιουργία είναι συνυφασμένη με το περιβάλλον και εκδηλώνεται μέσα από τα παραδοσιακά, και όχι μόνο, τραγούδια, τις πρακτικές κατασκευής οργάνων, αλλά και τα τοπικά έθιμα. Μπορεί επίσης μέσα από το τοπικό στοιχείο και τη μουσική «βιοποικιλότητα» να μεταφέρει τη γνώση του τοπικού στο οικουμενικό και να βοηθήσει στη συνειδητοποίηση της παγκόσμιας οικολογικής κρίσης, αλλά και να λειτουργήσει ως μέσο έκφρασης των περιβαλλοντικών προβληματισμών. Το ΝΠΣΜ αναφέρει με υπερτονισμένη γραμματοσειρά την ανάγκη για καλλιέργεια περιβαλλοντικής συνείδησης, όμως μεταφέρει αυτή την αναγκαιότητα στη στοχοθεσία του προγράμματος μόνο μέσα από δύο πρακτικές, τη διδασκαλία τραγουδιών σε σχέση με το περιβάλλον και τον πειραματισμό με αυτοσχέδια όργανα από άχρηστα (ή μη) υλικά. Στην παρακάτω μελέτη παρουσιάζεται η συνέπεια των στόχων περιβαλλοντικού περιεχομένου σε σχέση με το θεωρητικό πλαίσιο του ΝΠΣΜ και προτείνονται τρόποι ενίσχυσης του μαθήματος της μουσικής στον τομέα της καλλιέργειας της οικολογικής συνείδησης των μαθητών.
Ζωή Διονυσίου: Παιδαγωγικές και ιδεολογικές όψεις μιας συλλογής τραγουδιών του 19ου αιώνα: τα Νέα Παιδαγωγικά Άσματα του Ιούλιου Έννιγγ (1880-1890) (σσ. 58-88)
Η μουσική εκπαίδευση στην Ελλάδα του 19ου αιώνα αναδιπλώθηκε μέσα σε ένα σχετικά συντηρητικό εκπαιδευτικό κλίμα, το οποίο συνδέθηκε με την καλλιέργεια χριστιανικής ηθικής και πατριωτισμού. Καθώς ένας από τους στόχους του σχολείου ήταν η διάπλαση του παιδιού, το μάθημα της μουσικής, όπως ήταν αναμενόμενο, θεωρήθηκε ότι υπηρετεί πρωτίστως μία ηθικοπλαστική διάσταση. Η παρούσα έρευνα εστιάζει σε μία συλλογή ασμάτων που χρησιμοποιήθηκε ευρέως ως διδακτικό εγχειρίδιο στην εκπαίδευση, τα Νέα Παιδαγωγικά Άσματα, σε επιμέλεια και μουσική Ιουλίου Έννιγγ, και στίχους Αλέξανδρου Κατακουζηνού, κ.ά., που εκδόθηκε από τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρία σε 10 τεύχη μεταξύ του 1880 και του 1890. Μέσα από ανάλυση περιεχομένου των 300 παιδαγωγικών ασμάτων, η παρούσα έρευνα επιχειρεί να απαντήσει στα παρακάτω ερωτήματα: ποια ήταν η θεματολογία των σχολικών τραγουδιών της εποχής; ποιους εκπαιδευτικούς στόχους εξυπηρετούσαν; Η συλλογή των Νέων Παιδαγωγικών Ασμάτων γίνεται αφορμή για να πλησιάσουμε το περιεχόμενο και τη φιλοσοφία του μαθήματος της μουσικής στο ελληνικό σχολείο, όπως διαμορφώθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα.
Ελένη Χαλάτση: Διαθεματικότητα και μουσική δημιουργικότητα μέσα από τη διδασκαλία πιάνου στα Μουσικά Σχολεία: Μια υποδειγματική διδασκαλία με βάση το έργο για πιάνο αρ. ΧΙ, Τεύχος 1 από τα «44 παιδικά κομμάτια πάνω σε ελληνικούς χορούς» του Γιάννη Κωνσταντινίδη (σσ. 89-115)
Η παρούσα μελέτη περίπτωσης διερευνά τρόπους εισαγωγής του μουσικού αυτοσχεδιασμού στο πλαίσιο της διδασκαλίας του ατομικού μαθήματος πιάνου με συμμετέχοντες πέντε μαθητές/μαθήτριες ενός Μουσικού Γυμνασίου. Μέσα από την επεξεργασία γνωστού ρεπερτορίου πιάνου, κάθε παιδί κλήθηκε να αυτοσχεδιάσει ένα κομμάτι με αρμονική συνοδεία της εκπαιδευτικού και έπειτα να αναστοχαστεί τη δημιουργική διαδικασία. Η μελέτη διήρκησε περίπου τρεις μήνες. Διερευνήθηκαν: (α) πώς οι μαθητές/μαθήτριες αποφασίζουν και ορίζουν τους κανόνες του μουσικού αυτοσχεδιασμού που θα εκτελέσουν ακολουθώντας την αρμονική συνοδεία της εκπαιδευτικού, (β) σε ποιο βαθμό οι παραπάνω κανόνες τηρήθηκαν τελικά, μέσα από μια διαδικασία διαπροσωπικής και κοινωνικής αλληλεπίδρασης και αναστοχαστικότητας των μαθητών/μαθητριών και της εκπαιδευτικού και (γ) πώς οι μαθητές/μαθήτριες εννοιολογούν την εμπειρία του αυτοσχεδιασμού και τη σχέση της με την εκπαιδευτική διαδικασία. Τα ποιοτικά δεδομένα συλλέχτηκαν μέσα από τις συνεντεύξεις των μαθητών/μαθητριών πριν και μετά τον αυτοσχεδιασμό, τη συμμετοχική παρατήρηση της ερευνήτριας, τις ηχογραφήσεις των αυτοσχεδιασμών και το ερωτηματολόγιο «ανοιχτού τύπου» των μαθητών/μαθητριών. Η ανάλυση των ποιοτικών δεδομένων στηρίχθηκε στις τεχνικές της θεμελιωμένης θεωρίας. Συμπερασματικά, η λήψη αποφάσεων των μαθητών/μαθητριών κατά την ώρα του αυτοσχεδιασμού υπαγορευόταν από τον αυθορμητισμό τους, και συσχετίστηκε με το υλικό που προερχόταν από τον πειραματισμό πριν τον αυτοσχεδιασμό (πειραματισμός εκτός πλαισίου του αυτοσχεδιασμού). Τα ευρήματα αναδεικνύουν την ενεργητική κριτική ακρόαση των μαθητών/μαθητριών ως βάση για μουσικό διάλογο, τις στιγμές «εμπειρίας ροής», την κοινωνική αλληλεπίδραση (ετερονομία) των μαθητών/μαθητριών με την εκπαιδευτικό κατά τον αυτοσχεδιασμό, την ελεύθερη έκφραση (αυτονομία) και την εμπλοκή τους στη μουσική δημιουργία. Η συνεισφορά του αυτοσχεδιασμού στην καλλιέργεια της μουσικής έκφρασης και ελευθερίας των μαθητών αποτελεί σημαντικό παράγοντα προσωπικής ανάπτυξης και αναστοχαστικότητας και συμβάλλει στην προώθηση της μουσικής εκπαίδευσης και διδασκαλίας πιάνου στα Μουσικά Σχολεία.
Άννα Μπαμπαλή: Διαθεματικότητα και μουσική δημιουργικότητα μέσα από τη διδασκαλία πιάνου στα Μουσικά Σχολεία: Μια υποδειγματική διδασκαλία με βάση το έργο για πιάνο αρ. ΧΙ, Τεύχος 1 από τα «44 παιδικά κομμάτια πάνω σε ελληνικούς χορούς» του Γιάννη Κωνσταντινίδη (σσ. 116-134)
Θεωρητικά η διδασκαλία του πιάνου στα Μουσικά Σχολεία, σύμφωνα με την υπάρχουσα νομοθεσία, λειτουργεί κυρίως υποστηρικτικά στο μάθημα της Ευρωπαϊκής Θεωρίας και Πράξης. Στην πραγματικότητα παραμένει στα πλαίσια του μοντέλου μαθητείας σε κάποιο ωδείο. Είναι όμως αυτά αρκετά για έναν μαθητή, που φοιτά σε Μουσικό Σχολείο και παρακολουθεί μαθήματα πιάνου ως υποχρεωτικό μάθημα; Με το παρόν άρθρο γίνεται μία προσπάθεια να δοθεί απάντηση στο παραπάνω ερώτημα, παραθέτοντας ένα πιθανό σενάριο διδασκαλίας μουσικού έργου για πιάνο και βασίζεται σε πραγματική διαδικασία διδασκαλίας μουσικών έργων Ελλήνων συνθετών του 20ου αιώνα. Το μουσικό έργο που επιλέχθηκε ως παράδειγμα είναι το αρ. ΧΙ, στο πρώτο τεύχος, από τα «44 Παιδικά κομμάτια πάνω σε ελληνικούς χορούς» του Γιάννη Κωνσταντινίδη. Στόχος του άρθρου είναι να παραθέσει ιδέες και προτάσεις για συνδυαστική διδασκαλία με γνώμονα τη διαθεματικότητα και την ολοκληρωμένη μουσική γνώση με κεντρικό άξονα το μάθημα του πιάνου.
Εάν επιθυμείτε να λάβετε το περιοδικό σε έντυπη μορφή παρακαλούμε επικοινωνήστε με την Ε.Ε.Μ.Ε.: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. (τιμή τεύχους: 15 €)
Το παρόν τεύχος των Μουσικοπαιδαγωγικών (τ.13, 2015) είναι αφιερωμένο στο ψηφιακό μουσικό αποθετήριο «Ευτέρπη». Τα τέσσερα από τα πέντε άρθρα που φιλοξενεί το τεύχος προέρχονται από μέλη της ομάδας εργασίας του Ευτέρπη, και καταθέτουν το σκεπτικό, τον τρόπο εργασίας, και τη φιλοσοφία των δύο φορέων που συνεργάστηκαν για τη δημιουργία του, της Ελληνικής Ένωσης για τη Μουσική Εκπαίδευση (Ε.Ε.Μ.Ε.) και της Μεγάλης Μουσικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος "Λίλιαν Βουδούρη". Το πέμπτο άρθρο παρουσιάζει μία γενικότερη εικόνα της χρήσης της τεχνολογίας στη μουσική εκπαίδευση στην ελληνική πραγματικότητα. Στόχος του τεύχους είναι να παρουσιάσει μέρος της δουλειάς που φιλοξενείται στο αποθετήριο Ευτέρπη με κριτική διάσταση σε σχέση με θέματα και προβληματισμούς της σύγχρονης μουσικοπαιδαγωγικής βιβλιογραφίας.
Μουσικοπαιδαγωγικά, τ. 13 (2015)
Ζωή Διονυσίου: Το τραγούδι στο σχολείο μέσα από το ψηφιακό μουσικό αποθετήριο Ευτέρπη (σ.σ. 9-26)
Το ψηφιακό μουσικό αποθετήριο Ευτέρπη αφορά τη δημιουργία μιας ψηφιακής βάσης δεδομένων με τραγούδια προτεινόμενα για εκπαιδευτική χρήση, που αποτελούνται από παρτιτούρες και μουσικοπαιδαγωγικές προτάσεις. Στο παρόν άρθρο εξετάζουμε το πώς η ομάδα συγγραφής προσεγγίζει το τραγούδι ως φιλοσοφία, κεντρική δραστηριότητα και καθημερινή πρακτική στη σχολική μουσική εκπαίδευση, σύμφωνα και με όσα αποτυπώνονται στο αποθετήριο Ευτέρπη. Επιδιώκουμε να περιγράψουμε τη φιλοσοφία μας, τα ερωτήματα και θέματα που μας απασχόλησαν κατά τη δημιουργία του αποθετηρίου, καθώς και τις απόψεις μας για τις σύγχρονες μουσικοπαιδαγωγικές τάσεις και πρακτικές γύρω από τη σχολική μουσική εκπαίδευση, που πιστεύουμε ότι αντανακλώνται στο μουσικό αποθετήριο Ευτέρπη. Θεωρώντας το τραγούδι ως κεντρική δραστηριότητα στη σχολική μουσική εκπαίδευση και μέσο για την ολιστική ανάπτυξη των μαθητών, αναπτύξαμε ένα συνδυασμό δραστηριοτήτων με μουσική, χωρίς μουσική και μέσω της μουσικής. Επίσης καθώς το αποθετήριο εντάσσεται στο πλαίσιο της σύγχρονης μουσικής πληροφόρησης, διερευνούμε τη δυνατότητα δημιουργικότητας που καλλιεργείται για τους δυνητικούς χρήστες μέσω της μουσικής πληροφόρησης που παρέχεται στο υλικό του Ευτέρπη.
Μαίη Κοκκίδου: Ο άξονας της διαθεµατικότητας στο ψηφιακό µουσικό ανθολόγιο Ευτέρπη (σ.σ. 27-46)
Τα τελευταία χρόνια τα παραδοσιακά μοντέλα της μουσικής διδασκαλίας-μάθησης στο σχολείο έχουν εμπλουτισθεί και αναδιαμορφωθεί υπό το φως πρόσφατων ερευνητικών ευρημάτων για την αξία της διαθεματικότητας. Η διαθεματικότητα είναι μία διδακτική φιλοσοφία κατά την οποία τα περιεχόμενα διδασκαλίας διαχέονται σε πολλά διδακτικά αντικείμενα, με άξονες συγκεκριμένες έννοιες, δεξιότητες ή θεματικά πεδία. Στα διαθεματικά προγράμματα σπουδών η γνώση δεν εμφανίζεται περιχαρακωμένη στα όρια του πεδίου των διδακτικών αντικειμένων, αλλά ενοποιημένη, συσπειρωμένη γύρω από ερωτήματα, ζητήματα και προβλήματα. Έχει διαπιστωθεί ότι η χρήση της μεθοδολογίας της διαθεματικότητας στα σχολικά μαθήματα έχει θετικά αποτελέσματα καθώς ενισχύει τα κίνητρα των μαθητών για μάθηση. Στο παρόν άρθρο επιχειρείται η εννοιολογική πλαισίωση του όρου της διαθεματικότητας, περιγράφονται οι όροι εφαρμογής της διαθεματικότητας στο μάθημα της μουσικής στο σχολείο και παρουσιάζονται οι διαθεματικές έννοιες όπως εμφανίζονται στο Ψηφιακό Ανθολόγιο «Ευτέρπη». Τέλος, δίνονται πέντε παραδείγματα αξιοποίησης των διαθεματικών εννοιών για την επέκταση ενός μαθήματος μουσικής, εντός των παραδοσιακών ορίων του και πέραν αυτών.
Νίκος Θεοδωρίδης: Μουσικά σύνολα στο σχολείο: προτάσεις εφαρμογής του μουσικού ανθολογίου Ευτέρπη (σ.σ. 47-62)
Το άρθρο αυτό κινείται γύρω από την οργάνωση μουσικών συνόλων στο σχολείο και γενικότερα στην εκπαίδευση. Παραθέτει τα είδη και τις εκφάνσεις τους και εστιάζει στα μουσικά σύνολα με τη χρήση των οργάνων Orff. Προτείνει απλές ενορχηστρώσεις για παιδικές ορχήστρες και για συνοδεία τραγουδιών ή απόδοση οργανικών κομματιών, περιγράφοντας τα βασικά είδη μελωδικής και ρυθμικής συνοδείας τραγουδιού. Αναφέρονται βασικές αρχές ενορχήστρωσης και οργάνωσης μαθητικών μουσικών συνόλων κατά την εκτέλεση τραγουδιού από ορχήστρα- χορωδία ή ηχοϊστοριών. Τέλος, παρατίθενται ενδεικτικές προτάσεις εφαρμογής για μουσικά σύνολα όπως παρουσιάζονται στο ψηφιακό μουσικό ανθολόγιο Ευτέρπη, ένα πρόγραμμα που ανατέθηκε από την ISME και δημιουργήθηκε με την επιστημονική και μουσικοπαιδαγωγική επιμέλεια της ομάδας εργασίας της Ε.Ε.Μ.Ε. σε συνεργασία με την αντίστοιχη ομάδα της Μεγάλης Μουσικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος "Λίλιαν Βουδούρη".
Στεφανία Μεράκου, Βάλια Βράκα, Γιώργος Μπουμπούς & Βέρα Κριεζή: Ο ρόλος της Μεγάλης Μουσικής Βιβλιοθήκης «Λίλιαν Βουδούρη» στη διάχυση της εκπαιδευτικής πληροφορίας και η προσφορά της στην ελληνική μουσική εκπαίδευση με το πρόγραμμα Ευτέρπη (σ.σ. 63-74)
Το ψηφιακό αποθετήριο «Ευτέρπη»: Τραγούδια για εκπαιδευτική χρήση – ψηφιακό μουσικό ανθολόγιο, δημιουργήθηκε από την Μουσική Βιβλιοθήκη «Λίλιαν Βουδούρη» του Συλλόγου Οι Φίλοι της Μουσικής και την Ελληνική Ένωση για τη Μουσική Εκπαίδευση (Ε.Ε.Μ.Ε.) με σκοπό να αποτελέσει ένα πολύτιμο βοήθημα για τη διδασκαλία της μουσικής στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η εφαρμογή συγκεντρώνει ελληνικά και ξένα τραγούδια υπό τη μορφή μουσικής σημειογραφίας πλαισιωμένα από διδακτικές ιδέες, όπως βήματα διδασκαλίας, προτεινόμενες συνοδευτικές δραστηριότητες και άλλες σχετικές πληροφορίες. Για την υλοποίηση του προγράμματος αναπτύχθηκε ένα μοντέλο συνεργασίας μεταξύ των δύο φορέων, σύμφωνα με το οποίο ορίσθηκαν δύο ομάδες εργασίας. Η πρώτη ομάδα απαρτιζόμενη από μέλη της Ε.Ε.Μ.Ε. είχε ως αντικείμενο εργασίας της την επιλογή των τραγουδιών, τη συγγραφή και επιμέλεια των εκπαιδευτικών σχολίων και τη δημιουργία των παρτιτούρων. Η δεύτερη ομάδα αποτελούμενη από μέλη του προσωπικού της Μουσικής Βιβλιοθήκης είχε ως αντικείμενο εργασίας της την εξασφάλιση των πνευματικών δικαιωμάτων, τη δημιουργία και παραμετροποίηση της βάσης δεδομένων καθώς και την μερική καταχώρηση των δεδομένων. Η «Ευτέρπη» μετά την αρχική δημιουργία της εντάχθηκε στην υπηρεσία SaaS του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο εικαστική αναβάθμιση του τελικού αποτελέσματος, συνεχή τεχνική υποστήριξη της βάσης δεδομένων, υψηλή ασφάλεια και διατήρηση ψηφιακών αρχείων καθώς και προβολή του αποθετηρίου στην κοινότητα μέσω του δικτύου του ΕΚΤ.
Σμαράγδα Χρυσοστόμου: Η αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας στο μάθημα της μουσικής (σ.σ. 75-82)
Η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων σε ολόκληρο τον κόσμο συμπεριλαμβάνουν ως κεντρικό στόχο τη χρήση της τεχνολογίας και την ενσωμάτωσή της στη μαθησιακή διαδικασία. Αντίστοιχες προσπάθειες πραγματοποιούνται και στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Στη σύντομη αυτή παρουσίαση περιγράφονται κάποιοι από τους διαθέσιμους πόρους οι οποίοι είναι εύκολα προσβάσιμοι και αξιοποιήσιμοι από τους εκπαιδευτικούς μουσικής.
Εάν επιθυμείτε να λάβετε το περιοδικό σε έντυπη μορφή παρακαλούμε επικοινωνήστε με την Ε.Ε.Μ.Ε.: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. (τιμή τεύχους: 15 €)